ΔΙΑΔΡΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ ΣΕ ΠΕΡΙΟΔΙΚΗ ΕΚΘΕΣΗ

Από 20.12.2006 έως 31.03.2007

Εθνική Πινακοθήκη - Κεντρικό Κτήριο - Μόνιμες Συλλογές

Η ιστορία της νεότερης ελληνικής τέχνης συνοψίζεται συνήθως στο δίπολο Αθήνα-Μόναχο και Αθήνα-Παρίσι. Η αποκαλούμενη «Σχολή του Μονάχου», που κυριαρχεί στην καλλιτεχνική σκηνή της Ελλάδας στο β΄ ήμισυ του 19ου αιώνα, έχει μελετηθεί επαρκώς, οι δε προκαταλήψεις που τη βάραιναν έχουν σήμερα διαλυθεί. Η έκθεση «Παρίσι-Αθήνα» οργανώθηκε με σκοπό να φωτίσει τη σχέση των Ελλήνων ζωγράφων με τους Γάλλους δασκάλους τους.

Έλληνες ζωγράφοι βρίσκονταν στο Παρίσι ήδη από το τέλος του 19ου αιώνα. Το χρονικό όριο της έκθεσης «Παρίσι-Αθήνα» ήταν το 1863, το έτος που οργανώνεται το “Salon des Refusés” («Σαλόν των Απορριφθέντων») όπου, πλάι στον Μανέ και τον Σεζάν, βρίσκουμε και έναν Έλληνα, τον Νικόλαο Ξυδιά. Στο Παρίσι βρίσκονταν επίσης και έκαναν επιτυχή καριέρα οι ζωγράφοι Θεόδωρος Ράλλης, οριενταλιστής, μαθητής του Ζερόμ, και ο Ιάκωβος Ρίζος, μαθητής του Καμπανέλ. Και οι τρεις ζωγράφοι γνώριζαν τα νέα ρεύματα, αλλά παρέμειναν πιστοί στον ακαδημαϊσμό. Εξαίρεση αποτελεί ο Πανταζής που, μετά από σύντομη διαμονή στη Γαλλία, εγκαταστάθηκε στις Βρυξέλλες και πρωταγωνίστησε στις μοντερνιστικές αναζητήσεις.

Τα παρισινά ρεύματα του μοντερνισμού θα φτάσουν στην Ελλάδα και θα αλλάξουν την πορεία της ελληνικής τέχνης στην αρχή του 20ού αιώνα, όταν οι κοινωνικές συνθήκες θα έχουν ωριμάσει. Οι περισσότεροι Έλληνες ζωγράφοι αναζητούν τώρα διδάγματα στο Παρίσι: από την αρχή του αιώνα βρίσκονται εκεί ο Γαλάνης και ο Μαλέας, ακολουθεί ο Παρθένης και έπονται οι Παπαλουκάς, Κόντογλου, Γκίκας, Εγγονόπουλος, Γουναρόπουλος, Οικονόμου, Τριανταφυλλίδης, Τσαρούχης, Διαμαντόπουλος, Μόραλης.

Με την κήρυξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου οι Έλληνες ζωγράφοι που βρίσκονταν στο Παρίσι επιστρέφουν. Έτσι το 1940 ήταν το δεύτερο χρονικό όριο της έκθεσης.

Οι Έλληνες καλλιτέχνες υιοθετούν τα διδάγματα του Σεζάν και ενός ηπιότερου Φωβισμού. Μεγάλη επίδραση ασκούν στους Έλληνες ζωγράφους οι Συμβολιστές, η ομάδα των Ναμπί και ιδιαίτερα ο Μωρίς Ντενί, που θα επηρεάσει τον Παρθένη. Η διακοσμητική καμπύλη της Aρ-Νουβώ ανιχνεύεται σε πολλούς Έλληνες ζωγράφους: Μαλέας, Παρθένης, Παπαλουκάς. Στον Μεσοπόλεμο η «επιστροφή στην τάξη» (retour à l’ ordre) και στην παράδοση που επικρατεί στην Ευρώπη συνάδει με το ρεύμα της «ελληνικότητας», που κορυφώνεται στους ζωγράφους της Γενιάς του Τριάντα. Μοντερνισμός και παράδοση συνδιαλέγονται με διαφορετικό τρόπο στο έργο του Τσαρούχη και του Διαμαντόπουλου (λαϊκή τέχνη και Matisse), του Εγγονόπουλου (βυζαντινή και λαϊκή τέχνη και ντε Κίρικο), ενώ οι Ντεραίν και Γαλάνης επηρεάζουν τους Βασιλείου, Φραντζισκάκη, Μόραλη κ.ά. Ιδιαίτερη περίπτωση αποτελεί ο Χατζηκυριάκος-Γκίκας, που συνομιλεί σταθερά με τον μετακυβιστικό Πικάσσο, εμπλουτίζοντας το δίδαγμά του με φως και χρώμα ελληνικό.

Ιδιαίτερη θέση είχαν στην έκθεση οι εκδόσεις των Ελλήνων Κριστιάν Ζερβός και Tεριάντ, που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην καλλιτεχνική ζωή του Παρισιού στη διάρκεια του Μεσοπολέμου, καθώς και οι χαράκτες Γαλάνης, Κεφαλληνός, Θεοδωρόπουλος κ.ά που σπούδασαν και έδρασαν στο Παρίσι.

Η έκθεση «Παρίσι-Αθήνα» παρουσίασε 60 έργα Γάλλων καλλιτεχνών που προέρχονταν από τη Γαλλία, την Ελβετία, τις Η.Π.Α., τον Καναδά αλλά και από ιδιωτικές συλλογές της Ελλάδας. Ανάμεσά τους περιλαμβάνονταν έργα των Ζερόμ, Καμπανέλ, Μπολντίνι, Πυβί ντε Σαβάν, Μωρίς Ντενί, Βαλλοτόν, Μπονάρ, Ρενουάρ, Σεζάν, Μανγκέν, Ντεραίν, Ματίς, Ντε Κίρικο, Πικάσσο, Φωτριέ κ.ά. Εκτέθηκαν επίσης 160 πίνακες Ελλήνων ζωγράφων και 170 χαρακτικά καλλιτεχνών και από τις δυο χώρες.

Πρόκειται για μια από τις πιο σημαντικές εκθέσεις που διοργάνωσε η Εθνική Πινακοθήκη από τεχνοϊστορική άποψη και από καθαρά καλλιτεχνική-αισθητική, γιατί συμπαρέθετε έργα σπάνιας ποιότητας Ελλήνων και Γάλλων καλλιτεχνών.

Η έκθεση αποτέλεσε συλλογική εργασία υπό τη γενική εποπτεία και τον συντονισμό της Διευθύντριας Μαρίνας Λαμπράκη-Πλάκα, που είχε και την ιδέα για τη διοργάνωσή της.
Συνεργάστηκαν: η Δρ. Όλγα Μεντζαφού, Διευθύντρια Συλλογών και Μουσειολογικού Προγραμματισμού της ΕΠΜΑΣ, που είχε και την επιμέλεια του μνημειώδους καταλόγου 450 σελίδων και οι επιμελήτριες της ΕΠΜΑΣ, Έφη Αγαθονίκου, Μαρία Κατσανάκη, Μαριλένα Κασιμάτη, Ναυσικά Λιτσαρδοπούλου, Λίνα Τσίκουτα.

1

2

3

4

5