Εισαγωγική ομιλία
Δημόσια τέχνη και αστικό βίωμα: ιστορικοί μετασχηματισμοί
Συραγώ Τσιάρα, Ιστορικός τέχνης, Διευθύντρια ΕΠΜΑΣ
Η δημόσια τέχνη απηχεί τις προτεραιότητες των θεσμών που ελέγχουν την παραγωγή του δημόσιου χώρου και απορροφά τους κραδασμούς των κοινωνικοπολιτικών μετασχηματισμών. Στη νεότερη εποχή η δημόσια τέχνη αξιοποιήθηκε κυρίως ως εργαλείο εμπέδωσης της κρατικής εξουσίας και ομογενοποίησης της εθνικής ταυτότητας, καθώς και ως εικαστικό μέσο εξύμνησης της επίσημης ιστορικής αφήγησης μέσω της προβολής ηρωικών προτύπων. Η συνθήκη διαφοροποιείται δραστικά μετά τα μέσα του 20ού αιώνα, όταν το αντιηρωικό εισβάλλει στη δημόσια εικονογραφία, ενώ τις τελευταίες δεκαετίες το τραύμα, η ήττα και η απώλεια συνιστούν νέα κίνητρα μνημειοποίησης. Στην εποχή μας η δημόσια τέχνη κινείται σε ποικίλες τροχιές, εστιάζοντας σε λειτουργίες και πρακτικές που σχετίζονται με τις ανάγκες της κοινωνίας των πολιτών, όπως είναι η περιβαλλοντική γλυπτική αστικού χώρου, οι εφήμερες εικαστικές παρεμβάσεις, οι περιοδικές εκθέσεις τέχνης και οι υβριδικές καλλιτεχνικές δράσεις σε εναλλακτικούς χώρους. Αφανείς ιστορίες κοινωνικών ομάδων που είχαν αποκλειστεί από τη δημόσια σφαίρα διεκδικούν την ορατότητα συμβάλλοντας στον εκδημοκρατισμό της. Πεδίο διαφιλονικούμενο, βιωματική – μνημονική συνθήκη και τόπος διασταύρωσης ποικίλων αναγκών, συμφερόντων και προτεραιοτήτων, η δημόσια τέχνη με τους δυναμικούς μετασχηματισμούς και τις αντιφάσεις της συναρτάται ιστορικά με τον επαναπροσδιορισμό των αστικών ταυτοτήτων.
Σύντομο βιογραφικό
Η Συραγώ Τσιάρα είναι Διευθύντρια της Εθνικής Πινακοθήκης – Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου. Έχει σπουδάσει Ιστορία και Αρχαιολογία στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Κοινωνική Ιστορία της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο του Leeds και εκπόνησε τη διδακτορική της διατριβή στο ΑΠΘ με θέμα τη δημόσια γλυπτική σε σχέση με τη διαμόρφωση της εθνικής ταυτότητας. Πριν αναλάβει τη διεύθυνση της ΕΠΜΑΣ εργάστηκε για 25 χρόνια στη Θεσσαλονίκη, αρχικά σε θέση επιμελήτριας στη Συλλογή Κωστάκη στο Κρατικό Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης και εν συνεχεία σε διευθυντικές θέσεις στο Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης, τη Μπιενάλε Θεσσαλονίκης και το ΜΟΜus- Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης.
Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος: Η τέχνη ως μέσο επαναπροσδιορισμού του δημόσιου χώρου
Έλλη Ανδριοπούλου, Διευθύνουσα Σύμβουλος ΚΠΙΣΝ
Από την έναρξη της λειτουργίας του, όραμα του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ) ήταν η ενεργοποίηση του δημόσιου χώρου με πυρήνα την ελεύθερη πρόσβαση και τη διαπλαστική συμμετοχή του κοινού. Μέσα από τις δράσεις, τα προγράμματα και τις εγκαταστάσεις του, έχει καταστεί ένας χώρος πολιτισμού και ανάπτυξης για όλα τα άτομα, ανεξαρτήτως ηλικίας και γνωστικού υπόβαθρου, αλλά και χωρίς οικονομικά ή άλλα εμπόδια πρόσβασης, προτάσσοντας ως έναν από τους σημαντικούς πυλώνες του σε αυτή την πορεία την τέχνη στον δημόσιο χώρο.
Με αφετηρία τη δημόσια τέχνη, κάθε χρόνο το ΚΠΙΣΝ παρουσιάζει ένα πολύπτυχο καλλιτεχνικό και εκπαιδευτικό πρόγραμμα, ενθαρρύνοντας τον στοχασμό και την προσωπική ερμηνεία των ερεθισμάτων που προσφέρει η τέχνη. Είτε μέσα από μία αδιαμεσολάβητη διάδραση είτε μέσα από μία επιμελημένη εμπειρία, η σύγχρονη τέχνη συστήνεται στο λιγότερο μυημένο κοινό ή ξανασυναντά, μέσα σε ένα νέο πλαίσιο ένταξης του έργου, το πιο εξοικειωμένο κοινό.
Στρατηγικός στόχος και νευραλγικό στοιχείο της πλατφόρμας του ΚΠΙΣΝ για τη δημόσια τέχνη είναι η τυχαία συνάντηση. Το απροσδόκητο σημείο διεπαφής με την επισκέπτρια και τον επισκέπτη – ένα στοιχείο που αποκτά μια πολλαπλασιαστική δυναμική μετρώντας σταθερά εκατομμύρια επισκέψεις τον χρόνο. Τι ρόλο μπορεί να διαδραματίσει αυτή η συνάντηση, σε μια χρονική συγκυρία κατά την οποία η συλλογική ανάγκη για επανεξέταση των αφηγήσεων και πεποιθήσεων που έχουν υπάρξει οδηγοί μας μέχρι σήμερα είναι πιο επιτακτική από ποτέ; Μπορεί η δημόσια τέχνη να αποτελέσει όχημα για την κοινωνική κατασκευή των μελλοντικών πραγματικοτήτων που αναζητούμε;
Σύντομο βιογραφικό
Η Έλλη Ανδριοπούλου είναι Διευθύνουσα Σύμβουλος του Κέντρου Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΚΠΙΣΝ) από το 2020. Από το 2022, είναι επίσης μη εκτελεστικό μέλος του Διοικητικού Συμβουλίου της Alpha Bank.
Πριν την ανάληψη των καθηκόντων της στο ΚΠΙΣΝ, η κα Ανδριοπούλου εργάστηκε ως στέλεχος στον τραπεζικό τομέα, σε εταιρεία συμβούλων επιχειρήσεων, και στον φιλανθρωπικό τομέα. Συγκεκριμένα, μετά την ολοκλήρωση των μεταπτυχιακών σπουδών της, εργάστηκε στην εταιρία συμβούλων Oliver Wyman στη Βοστώνη και στη συνέχεια εργάστηκε στη Citibank σε διάφορες διοικητικές θέσεις, όπου το 2011 ανέλαβε Γενική Διευθύντρια Marketing. Το 2012, μετακινήθηκε στο Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΙΣΝ) όπου αρχικά ανέλαβε την προετοιμασία της μελλοντικής λειτουργίας του ΚΠΙΣΝ ενώ, μετά την παράδοση του έργου στο Ελληνικό Δημόσιο, διαχειριζόταν τις δωρεές με τις οποίες το ΙΣΝ υποστηρίζει το ΚΠΙΣΝ.
Κατέχει MBA από το Kellogg School of Management του Northwestern University και BA στην Ψυχολογία από το Αμερικάνικο Κολλέγιο Ελλάδος.
Ο δημόσιος χώρος μέσα μας: αναζητώντας την αλήθεια του τόπου
Αφροδίτη Παναγιωτάκου, Διευθύντρια Πολιτισμού, Ίδρυμα Ωνάση
Στο ερώτημα του πώς μπορεί ένα ιδιωτικό ίδρυμα να μιλήσει για τον δημόσιο χώρο, η απάντηση μπορεί να είναι τόσο απλή όσο και ανατρεπτική: δεν χρειάζεται να μιλήσει το ίδιο. Αρκεί να αφήσει την αλήθεια του τόπου να ακουστεί. Η τέχνη μπορεί να λειτουργήσει ως ο καταλύτης, ο επιταχυντής ή ο ανατροπέας μιας μεταμορφωτικής διαδικασίας, για να ακουστούν οι φωνές εκείνες που παραμένουν σιωπηλές αλλά συνιστούν την πολυδιάστατη πραγματικότητα του χώρου. Ένα «Φιλί» (Ηλίας Παπαηλιάκης), όπως αυτά που έχουμε δώσει και θέλουμε να ξαναδώσουμε σε μια πλατεία όπου συναντιόμαστε ξανά και ξανά. Ένα «Φυλαχτό όλων των Όντων» (Άγγελος Πλέσσας) για να μας θυμίζει ότι η αγάπη, η ελπίδα κι η αισιοδοξία μπορούν να αποτελέσουν το αντίδοτο σε έναν κόσμο απώλειας, κατακερματισμού και αποξένωσης. Τα «Plasmata», αθέατα κι όμως ορατά, φυσικά στη μεταφυσικότητά τους, ψηφιακά κι όμως γεμάτα υλικότητα: σε ένα Πεδίο που είναι μεγαλύτερο από όλους μας, σε ένα φυτό που φύτρωσε σε μια ρωγμή της ιστορίας των Ιωαννίνων, σε ένα πάρκο που αναζητεί τον μύθο του στο αστικό πεδίο των πολλαπλών Αθηνών. Ο δημόσιος χώρος είναι πρωτίστως δημόσιος χρόνος. Είναι δικός μας και γι’ αυτό πρέπει να τον διεκδικήσουμε. Είναι παντού, γιατί είναι μέσα μας.
Σύντομο βιογραφικό
Η Αφροδίτη Παναγιωτάκου είναι Διευθύντρια Πολιτισμού του Ιδρύματος Ωνάση. Είναι υπεύθυνη στρατηγικού σχεδιασμού και ανάπτυξης του Τομέα Πολιτισμού του Ιδρύματος Ωνάση και επιβλέπει τις πολιτιστικές πρωτοβουλίες και τον προγραμματισμό του Ιδρύματος, στη Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση και στο θυγατρικό παράρτημα στη Νέα Υόρκη.
Ο προγραμματισμός του Τομέα Πολιτισμού του Ιδρύματος Ωνάση που έχει αναπτύξει περιλαμβάνει μεγάλα προγράμματα αναθέσεων και παρουσιάσεων διαθεματικής φύσης, καλύπτοντας τα πεδία των σύγχρονων, δυναμικών εικαστικών και παραστατικών τεχνών, του διευρυμένου κινηματογράφου, της ψηφιακής τέχνης, των νέων μέσων και της αστικής ανάπτυξης, καθώς επίσης διεθνή και εγχώρια residencies, υποτροφίες και υβριδικά εκπαιδευτικά προγράμματα.
Η έμφαση του προγραμματισμού δίνεται στη σύγχρονη ελληνική και διεθνή καλλιτεχνική έκφραση, ανάπτυξη και διαδικασία, με αναθέσεις πρότζεκτ που εκλαμβάνουν την πόλη ως καλλιτεχνικό τόπο, με αναζητήσεις για τον φυσικό και ψηφιακό δημόσιο χώρο, αναδεικνύοντας τρέχοντα πολιτικά και κοινωνικά ζητήματα και πυροδοτώντας τον δημόσιο διάλογο για τα ανθρώπινα δικαιώματα, τη δημοκρατία, την κοινωνική δικαιοσύνη και την κλιματική κρίση.
Πρόσληψη παραστάσεων από το αστικό τοπίο. Έργα τέχνης υπέρ και υπό-γεια, μόνιμα και εφήμερα.
Κατερίνα Κοσκινά, Δρ. Ιστορίας της Τέχνης – Μουσειολόγος – Επιμελήτρια εκθέσεων
Η Αθήνα είναι μια πόλη, που έχει υποστεί κατά τη διάρκεια των σχεδόν 200 χρόνων, απ’όταν έγινε πρωτεύουσα του νεοσύστατου ελληνικού κράτους, πολλές αλλαγές. Το αστικό της τοπίο άλλαξε δραματικά και ενίοτε βίαια. Σε αυτό το εναλλασσόμενο τοπίο, εξετάζουμε τους τρόπους που μπορεί να λειτουργήσει η δημόσια τέχνη, μισό και πλέον αιώνα, μετά την εμφάνισή της την δεκαετία του ’60.
Στο δημόσιο χώρο εγγράφονται ο παλμός, τα αιτήματα και οι διαθέσεις των κατοίκων μιας πόλης. Ταυτόχρονα, αυτός εγγράφεται στη μνήμη τους και ορίζει εν πολλοίς την καθημερινότητα τους, ενώ γίνεται αποδέκτης των διαθέσεων τους. Τα τελευταία 3-4 χρόνια, τον στερηθήκαμε ακούσια και σχεδόν σε παγκόσμιο επίπεδο. Ο ρόλος του σήμερα είναι αναβαθμισμένος. Η τέχνη διεκδικεί χώρο σε δρόμους, πλατείες, κήπους, πάρκα, τοίχους, με πολλές εκφάνσεις της, επιζητώντας διάδραση με τους κατοίκους της πόλης.
Πώς όμως λειτουργεί “extra murοs” η τέχνη ως πεδίο κοινωνικού στοχασμού και συμμετέχει στη διαμόρφωση του αστικού βιώματος; Ποια είναι η συμμετοχή της στη νοηματοδότηση ή και ανανοηματοδότηση της δημόσιας σφαίρας; Πόσο αποδέχεται ο μέσος κάτοικος μια μη συμβατική και στερεοτυπική αισθητική πρόκληση; Πόσο έτοιμοι είναι η αυτοδιοίκηση και η πολιτεία να τη στηρίξει, να την προστατέψει σ ’αυτήν της την «έξοδο» και πόσο οι πολίτες; Πώς εισπράττονται οι νέες πρακτικές και πώς συντηρούνται τα μόνιμα έργα και εγγράφονται τα εφήμερα στη συλλογική μνήμη; Με ποιες διαδικασίες επιλέγονται τα έργα στο αστικό τοπίο και πόσο το επηρεάζουν;
Θα προσεγγίσουμε το θέμα μέσα από δύο εκτεταμένα προγράμματα σύγχρονης τέχνης, ένα παλαιότερο της ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤ ΡΟ Α.Ε και ένα πρόσφατο του Δήμου Αθηναίων, για να αντλήσουμε πληροφορίες για τη δυσκολία, την επίδραση, τις αδυναμίες, την αποδοχή και να τονίσουμε τη σημασία επίτευξης του κοινωνικού της ρόλου στον αστικό ιστό αλλά και τη δημόσια σφαίρα.
Κατερίνα Κοσκινά
Δρ. Ιστορίας της Τέχνης- Μουσειολόγος- Επιμελήτρια
Σύντομο βιογραφικό
Διδάκτωρ Iστορίας της Tέχνης – Μουσειολόγος – Eπιμελήτρια εκθέσεων. Εργάζεται στον τομέα διοίκησης, διοργάνωσης και επιμέλειας εικαστικών εκδηλώσεων, στην Ελλάδα και το εξωτερικό.
Από 5/2020 ως 10/2023 ήταν Σύμβουλος Πολιτισμού του Δημάρχου της Αθήνας. Διετέλεσε Διευθύντρια του ΕΜΣΤ, Πρόεδρος Δ.Σ. του ΚΜΣΤ (νυν MOMus). Υπήρξε Διευθύντρια της 3ης, 4ης και 5ης Μπιενάλε Σύγχρονης Τέχνης Θεσσαλονίκης. Εργάστηκε ως επιμελητής της Συλλογής Έργων Tέχνης και καλλιτεχνικός σύμβουλος της Διοίκησης της Alpha Bank και Καλλιτεχνικός Διευθυντής του Ιδρύματος Ιωάννου Φ. Κωστοπούλου. Ακόμη, εργάστηκε ως ειδική σύμβουλος για τον Πολιτισμό στο Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Kέντρο Δελφών, στην Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων της Αθήνας, ήταν επί 12 χρόνια ήταν μέλος της Επιτροπής Αισθητικής Πλαισίωσης της ΑΤΤΙΚΟ ΜΕΤΡΟ.
Τα εν κινήσει όνειρα. Όταν οι γιγαντοαφίσες των κινηματογράφων στόλιζαν την Αθήνα
Χρήστος Μαργαρίτης, Μηχανικός Παραγωγής ΕΜΠ, Επιμέλεια και διαχείριση συλλογών έργων τέχνης και εκδόσεων
«Όταν τα όνειρα διοχετεύονταν σε αίθουσες κινηματογράφων, όταν το δάκρυ “εκείνης” κυλούσε από τα μάτια μας, και το μαχαίρι “εκείνου” σημάδευε την καρδιά μας, η φυγή άρχιζε από το πρώτο εκείνο βλέμμα που ακουμπούσαμε στς τεράστιες ζωγραφιές στην πρόσοψη του σινεμά και που φορές περνάγαμε για να ξαναδούμε.
Η φυγή και το όνειρο συνεχίζονται ακόμη για μερικούς. Και κάποιοι ξεχασμένοι ρομαντικοί ψάχνουν ακόμη στο τέλος του έργου για τη μισοσκισμένη γιγαντοαφίσα.»
Μελίνα Μερκούρη,
Υπουργός Πολιτισμού, Αθήνα, 14/4/1993
[Από τον Τόμο “HELLAFFI. Γιγαντοαφίσες από τους κινηματογράφους της Αθήνας 1950-1975”, Αθηναϊκές Εκδόσεις, 1993]
Σύντομο Βιογραφικό
Σχεδιασμός και Εφαρμογή των Προγραμμάτων για τις Σ υ λ λ ο γ έ ς :
HELLAFFI για τον εντοπισμό, συντήρηση, μελέτη, δημοσίευση και τις Εκθέσεις των Γιγαντοαφισών Κινηματογράφου από τους κινηματογράφους της Αθήνας 1950- 1975.
Εικόνων ΒΕΛΙΜΕΖΗ με το Μουσείο Μπενάκη, για την ανασυγκρότηση, συντήρηση, μελέτη, δημοσίευση και τις Εκθέσεις των Μεταβυζαντινών Εικόνων της Συλλογής Βελιμέζη. https://velimezisicons.gr/
ΑΝΘΙΒΟΛΩΝ Μακρή-Μαργαρίτη με το Μουσείο Ελληνικής Λαϊκής Τέχνης (σήμερα ΜΝΕΠ), για τη συντήρηση, μελέτη, δημοσίευση και τις Εκθέσεις των Ανθιβόλων από τους Χιονιάδες της Συλλογής Μ-Μ.
STARLETS Σχεδίων και Αφισών για τον Κινηματογράφο του Γιώργου Βακιρτζή για την τεκμηρίωση, δημοσίευση και Εκθέσεις των έργων της Συλλογής. https://thestarletscollection.com/
Για την Εργογραφία των Βιβλίων του ΦΩΤΗ ΚΟΝΤΟΓΛΟΥ (έως το 1965) και τον εντοπισμό αγνώστων μέχρι το 2024 σχεδίων, έργων και χειρογράφων/ιδιογράφων του Φώτη Κόντογλου.
Το έργο τέχνης στο δημόσιο χώρο μοιάζει να ζητάει συγγνώμη
Κώστας Βαρώτσος, Γλύπτης
GREC VOLCANIQUE NONDA – Κάτω από τη γέφυρα Pont Neuf
Joanna Παπαδοπούλου – Averoff, σύμβουλος τέχνης και Στέφανος Παπαδόπουλος, ποιητής
Το 1960, ο Nonda (Επαμεινώνδας Παπαδόπουλος 1922-2005) έπεισε τον τότε υπουργό Πολιτισμού Andre Malraux να του επιτρέψει να μετατρέψει την αριστερή όχθη του Pont Neuf (η παλαιότερη γέφυρα στο Παρίσι) σε μια μεγάλης κλίμακας διαδραστική έκθεση ζωγραφικής και γλυπτικής εγκατεστημένη από κάτω απο τις καμάρες, αναστώντας έτσι μια χαμένη παράδοση του 18ου αιώνα με δημόσιες εκθέσεις στην κοντινή Place Dauphine από τον Boucher και Chardin. Αυτή ήταν μια καθοριστική στιγμή για τη δημόσια τέχνη και τις υπαίθριες εγκαταστάσεις στην Ευρώπη. Με τον τίτλο Homage a Villon, ο Nonda έδωσε ζωή στη μυθική φιγούρα και αγαπημένο ποιητή του 15ου αιώνα, Francois Villon, όπου κυριαρχούσε ένας τεράστιος καμβάς που απεικονίζει τον Villon και τις παλλακίδες του σε ένα μεσαιωνικό γλέντι. Το 1963 πρόσθεσε έναν ακόμη δείκτη στη ζωντανή ιστορία του Pont Neuf κατασκευάζοντας έναν μνημειώδη Δούρειο Ίππο κάτω από τις καμάρες που έζησε μέσα κατά τη διάρκεια της έκθεσης.
Οι εκθέσεις του Nonda Pont Neuf πραγματοποιούνταν κάθε χρόνο από το 1960 έως το 1963 με διαφορετικό θέμα κάθε χρόνο. Οι εκθέσεις λειτουργούσαν ως δημόσιες εγκαταστάσεις, συνδυάζοντας μεγάλης κλίμακας ζωγραφική, γλυπτική, αντικείμενα και έπιπλα που ήταν ανοιχτά στο κοινό μέρα και νύχτα δωρεάν, δημιουργώντας αίσθηση στον τοπικό και διεθνή Τύπο.
Με στόχο να καταρρίψει αυτό που έβλεπε ως την ασφυκτική εμπορικότητα των συνεργασιών γκαλερί/καλλιτεχνών, είδε αυτές τις εκθέσεις ως ένδειξη καλλιτεχνικής ανεξαρτησίας, κάτι που θεώρησε καθοριστικό για την καλλιτεχνική ζωή, ενώ έφερε την τέχνη πίσω στη δημόσια σφαίρα όπου ένιωθε ότι ανήκει. . Δεν ήταν τυχαίο ότι οι καμάρες της παλαιότερης γέφυρας στο Παρίσι, που φιλοξενεί τους αλήτες και τους χαρακτήρες του υποκόσμου της πόλης, ήταν εκεί που επέλεξε να τοποθετήσει την τέχνη του.
Στη Montmartre Vivant, το θεμελιώδες βιβλίο του Jean-Paul Crespelle (Hachette 1964), το οποίο απεικονίζει τις σημαντικότερες καλλιτεχνικές προσωπικότητες της συνοικίας της Μονμάρτρης του Παρισιού, γράφει: «Ο Nonda, ο ηφαιστειογενής Έλληνας ζωγράφος (Grec volcanique) συνεχίζει να είναι πιστός στις παραδόσεις του ελεύθερη και επαναστατική ζωγραφική στην κορυφή του παλιού λόφου».
Σύντομο βιογραφικό
Ο NONDA (Επαμεινώνδας Παπαδόπουλος 1922-2005) ήταν κορυφαίος Έλληνας καλλιτέχνης της μεταπολεμικής Ecole de Paris. Ήταν ένας από τους λίγους νέους Έλληνες καλλιτέχνες που έλαβαν υποτροφίες από τη γαλλική κυβέρνηση για να σπουδάσουν στην Ecole De Beaux Arts στα τέλη της δεκαετίας του 1940. Εκπροσωπήθηκε κυρίως από την Galerie Charpentier στη δεκαετία του ’50 και στις αρχές της δεκαετίας του ’60 και ήταν πολύ γνωστός για τις υπαίθριες εγκαταστάσεις του κάτω από τη γέφυρα Pont Neuf στο Παρίσι της δεκαετίας του 1960, καθώς και για την αντισυμβατική χρήση του αίματος αγελάδας (σπλήνα) ως μέσου. Το έργο του συνδέεται συχνά με μεγάλης κλίμακας παραστατικούς και αφηρημένους εξπρεσιονιστικούς καμβάδες και μνημειακή γλυπτική στο μεταπολεμικό Παρίσι.
Η Joanna Παπαδόπουλου Αβέρωφ είναι Σύμβουλος Τέχνης με ειδίκευση στη διεθνή μεταπολεμική και σύγχρονη τέχνη. Γεννήθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες και μεγάλωσε στο Παρίσι και την Αθήνα. Πήρε πτυχίο Ιστορίας της Τέχνης και Γαλλικής Λογοτεχνίας από το UNC Chapel Hill.
Ως συνδιαχειρίστρια του Νonda Estate έχει οργανώσει πολυάριθμα events καθώς και τέσσερις ατομικές μουσειακές εκθέσεις συμπεριλαμβανομένης μιας μεγάλης αναδρομικής έκθεσης στο Μουσείο Μπενάκη. Αυτή τη στιγμή είναι η Art Editor για τον πολιτιστικό ιστότοπο Gr2Me και η Art Advisor της Orphic Group/ Nobl. Συνεχίζει να συμβουλεύει ανεξάρτητα στις Ηνωμένες Πολιτείες και την Ευρώπη με τον τίτλο JPA Fine Art.
Ο Στέφανος Παπαδόπουλος είναι Έλληνας/Αμερικανός ποιητής. Γεννήθηκε στη Βόρεια Καρολίνα και μεγάλωσε στο Παρίσι και την Αθήνα. Είναι συγγραφέας πολλών ποιητικών συλλογών. Του έχει απονεμηθεί υποτροφία του Ιδρύματος Lannan, υποτροφία Civitella Ranieri για τη Μαύρη Θάλασσα καθώς και το βραβείο συγγραφέων Jeannette Haien Ballard που επιλέχθηκε από τον Mark Strand. Είναι γιος του καλλιτέχνη και συνδιαχειρίζεται το Nonda Estate.
Ποιος/α/ό έχει το δικαίωμα να μιλάει και να δρα στο δημόσιο χώρο;
Ζαραμπούκα-Χατζημάνου Νιόβη, Επιμελήτρια, συν-Διευθύντρια Counterpoints (GR)
Ποιος/α/ό έχει το δικαίωμα να μιλάει και να δρα στο δημόσιο χώρο; είναι ένα ερώτημα που συνοψίζει μία σειρά προσωπικών σκέψεων και αναστοχασμού, για την τέχνη μέσα στην πόλη και εντός των κοινοτήτων που την απαρτίζουν. Εστιάζοντας στην εμπειρία επιμέλειας της εικαστικής εγκατάστασης We Apologize (2021) του εικαστικού Αντριάν Πάτσι, του προγράμματος φιλοξενίας καλλιτεχνών Hippodamia in Context στην Πλατεία Βικτωρίας και του (εν τέλει) εφήμερου συμμετοχικού έργου Sanctuary City (2023) της Ειρήνης Λιναρδάκη στην Κυψέλη, εντοπίζουμε τα κοινά και διαφορετικά στοιχεία του καθενός σε επίπεδο προετοιμασίας και έρευνας, παραγωγής, διαλόγου με τον αστικό ιστό της πόλης και ανατροφοδότησης με την κοινότητα. Ιδιαίτερη έμφαση στην επιτακτική ανάγκη κατάρτισης ενός διαφανούς θεσμικού πλαισίου για την τέχνη στο δημόσιο χώρο, σε επίπεδο Δήμου. Ποιά είναι τα κριτήρια αδειοδότησης ενός έργου στο δημόσιο χώρο, ποιές οι προδιαγραφές και ποιός αποφασίζει τελικά;
Παράλληλα με τη θεσμικό πλαίσιο, η ανάγκη αναστοχασμού για το ρόλο και την ευθύνη μας ως επιμελήτριες/ές, όταν επιλέγουμε να παρέμβουμε στο δημόσιο χώρο της πόλης, ανατρέποντας έστω και για λίγο τη ρουτίνα της καθημερινότητας μιας κοινότητας είναι ίσης αξίας. (Πώς) διασφαλίζουμε τη δημοκρατική συμπερίληψη των πολλαπλών βιωμένων ατομικών και συλλογικών εμπειριών της πόλης; Αρκούν οι δημόσιες δράσεις εκπαιδευτικών προγραμμάτων και συζητήσεων, για να “ακούσουμε” τις εσωτερικές ρευστές δυναμικές της πόλης, και να αντιληφθούμε τη συνεχή μεταβολή των κοινωνικοπολιτικών συσχετισμών που επηρεάζουν τους βασικούς πρωταγωνιστές τις, τους/ις κατοίκους-πολίτες της; Οι καλλιτεχνικές παρεμβάσεις στο δημόσιο χώρο, πιο αναγκαίες από ποτέ, οφείλουν να συζητούνται ως ένα κομμάτι μία συνεχώς εξελισσόμενης δυναμικής κατάστασης, με μεγάλη ευθύνη, με περισσότερες από μία μεθοδολογικές προσεγγίσεις και κυρίως με ανοιχτή συζήτηση και ειλικρίνεια με τους/ις πολίτες.
Σύντομο βιογραφικό
Η Νιόβη Ζαραμπούκα-Χατζημάνου είναι ανεξάρτητη επιμελήτρια και συν-Διευθύντρια του οργανισμού τέχνης Counterpoints στην Ελλάδα. Η δουλειά της αφορά σε κοινωνικό πολιτικά έργα, συμμετοχικές και παιδαγωγικές πρακτικές, με έμφαση στις θεματικές της εθνικής ταυτότητας, της ιθαγένειας, της μετανάστευσης και των πολιτικών για τον δημόσιο χώρο. Ως Διευθύντρια του Victoria Square Project ανέπτυξε το τριετές πρόγραμμα “Ποιός είναι ο σύγχρονος Αθηναίος;”. Η Νιόβη έχει σπουδές στην αρχιτεκτονική, την πολιτιστική διαχείριση και τις επιμελητικές πρακτικές ενώ ήταν πρόσφατα fellow του SNFPHI στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια.
Αρχαιολογία, Τοπίο, Ορίζοντας: το εγχείρημα της Δήλου
Ελίνα Κουντούρη, Διευθύντρια ΝΕΟΝ
Σύντομο βιογραφικό
Η Ελίνα Κουντούρη είναι διευθύντρια του Οργανισμού Πολιτισμού και Ανάπτυξης ΝΕΟΝ που ιδρύθηκε από τον συλλέκτη σύγχρονης τέχνης και επιχειρηματία Δ. Δασκαλόπουλο. Είναι υπεύθυνη για τη στρατηγική ανάπτυξη, το καλλιτεχνικό πρόγραμμα και τη διαχείριση όλων των πρωτοβουλιών που σχετίζονται με τον δημόσιο χώρο, τις εκθέσεις, την εκπαίδευση, τις χορηγίες και τις κοινωνικές δραστηριότητες του οργανισμού. Είναι απόφοιτος των πανεπιστημίων Queen Mary & Westfield College, UCL και LSE. Ζει και εργάζεται στην Αθήνα.
Αστυ-βιο-γραφίες. Όσα (δεν) μπορούν να διηγηθούν τα γλυπτά του δημόσιου χώρου
Ζέττα Αντωνοπούλου, Δρ. Ιστορίας της Τέχνης Προϊσταμένη Τμήματος Πολιτιστικής κληρονομιάς του Δήμου Αθηναίων
Η εισήγηση αφορά στη ζωή των γλυπτών έργων τέχνης στον δημόσιο χώρο και αντλεί από τα περιστατικά που καλείται να διαχειριστεί ο Δήμος Αθηναίων· από το πρωτεύον ζήτημα της χωροθέτησης έως τα κυρίαρχα ζητήματα της συντήρησης και προστασίας. Στο πλαίσιο αυτό θα αρκούσε ίσως η βιογραφία ενός και μόνο έργου ως περιπτωσιολογική μελέτη. Ωστόσο, σημειώνονται αρκετές περιπτώσεις με κοινά χαρακτηριστικά και αυτό είναι ήδη ένα συμπέρασμα.
Με την πρόθεση να επισημανθούν πάγιες αλλά και σύγχρονες προκλήσεις, θίγονται ζητήματα που αφορούν τη λειτουργία των γλυπτών στον δημόσιο χώρο και τη βιωσιμότητά της. Σημειώνονται παραδείγματα αλλαγής ή τροποποίησης του περιβάλλοντος χώρου ενός γλυπτού, ακόλουθης της εξέλιξης του αστικού τοπίου, και οι συνέπειές της. Εξετάζονται, επίσης, αδόκιμες συμπεριφορές, περιστατικά βανδαλισμών ή, ακόμα, απωλειών. Η συχνότητα και η βαρύτητά τους ανοίγει μια μεγάλη συζήτηση, προσδιορίζει διαδικασίες, επιλογές και αποφάσεις.
Η καταγραφή και θεώρηση των παραπάνω υπογραμμίζουν τις ανθρώπινες/κοινωνικές και θεσμικές παραμέτρους στο βιωματικό σχήμα τέχνη – δημόσιος χώρος. Φυσικά, πυλώνες του παραμένουν τόσο ο χώρος όσο και η τέχνη, με ζητούμενη τη μεταξύ τους ισορροπία και αρμονία. Πόσο εύκολα ένα γλυπτό εντάσσεται στον δημόσιο χώρο σήμερα; Πόσο καθοριστική είναι η μορφή, η τυπολογία και η αισθητική του; Πώς επιβιώνει σε αυτόν, στις συμπεριφορές που εκδηλώνονται και στις αλλαγές του χωροχρόνου; Υπάρχουν περιπτώσεις που χρειάζεται υπόμνηση η παρουσία του και αν ναι, με ποιόν τρόπο; Τελικά, πέρα από τους περιβαλλοντικούς παράγοντες φθοράς – στους οποίους επίσης υπάρχουν νέες προκλήσεις – ποιοι άλλοι κίνδυνοι σημειώνονται και πως ανταποκρινόμαστε σε αυτούς;
Σύντομο βιογραφικό
Πτυχιούχος του τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, εντρύφησε στα ζητήματα της δημόσιας γλυπτικής στο πλαίσιο της εργασίας της στο Τμήμα Παραδοσιακών Κτηρίων και Μνημείων του Δήμου Αθηναίων. Με την επιθυμία κατανόησης ζητημάτων τεκμηρίωσης και συντήρησης της πολιτιστικής κληρονομιάς, αποφοίτησε από το Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Σπουδών «Προστασία Μνημείων» του ΕΜΠ και, στη συνέχεια, εκπόνησε το διδακτορικό της στην Ιστορία της Τέχνης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εργάστηκε ως υπεύθυνη του Εργαστηρίου Γιάννη Παππά στο Μουσείο Μπενάκη, καθώς και του Ιστορικού Αρχείου του Δήμου Αθηναίων. Η σχέση της με τη δημόσια γλυπτική εξακολουθεί ενεργή. Σήμερα προΐσταται του Τμήματος Πολιτιστικής Κληρονομιάς του Δήμου Αθηναίων.
Τέχνη και Αρχιτεκτονική στην Μεταπολεμική Αθήνα (1950-1980). Εικαστικές Δημιουργίες σε Δημόσια και Ιδιωτικά Κτίρια. Παραδείγματα από το Κέντρο της Αθήνας
Παναγιώτης Κοντόλαιμος, Διδάσκων Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών
Οι μεταπολεμικές δεκαετίες της μεγάλης ανοικοδόμησης της Αθήνας μετέβαλλαν την ιστορική αρχιτεκτονική φυσιογνωμία της πόλης κατά τρόπο ριζικό, με την σταδιακή αντικατάσταση του αποθέματος αρχιτεκτονικής ιστορικής μορφολογίας που χαρακτήριζε την πόλη ως τότε με νεότερα κτίσματα βασισμένα στις αρχές του μεταπολεμικού μοντερνισμού. Πολλές από τις νέες ιδιωτικές αλλά και δημόσιες κατασκευές της αποχής κοσμήθηκαν με εικαστικές δημιουργίες, πολλές φορές υψηλής και πρωτοποριακής για την εποχή αισθητικής, συχνά τοποθετημένες σε δημόσια θέα, είτε στην όψη του κτιρίου είτε στην κοινόχρηστη και ορατή είσοδό του, είτε στην θύρα εισόδου του, δημιουργώντας μια απέραντη ανοικτή πινακοθήκη στο κέντρο της Αθήνας που καλύπτει σχεδόν όλα τα καλλιτεχνικά ιδιώματα της εποχής. Πολλά από τα έργα αυτά σχεδιάσθηκαν για τα συγκεκριμένα κτίσματα διευρύνοντας τις όποιες αρχιτεκτονικές αναζητήσεις ενώ άλλα τοποθετήθηκαν στις θέσεις τους μετά από σχετική αγορά. Σε κάθε περίπτωση αποτελούν ακόμα και σήμερα μια αισθητική συνθήκη που χαρακτηρίζει το κέντρο της Αθήνας, όπου σημειώνονται τα περισσότερα παραδείγματα του είδους. Στόχος της σύντομης αυτής παρουσίασης είναι να καταστήσει θέμα γνωστό σε ευρύτερο κοινό και μέσα από παραδείγματα να εξερευνήσει τις πολλές αισθητικές, κοινωνικές και ιστορικές πτυχές του, συμπληρώνοντας με τον καλύτερο ίσως τρόπο την θαυμάσια έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης «Αστυγραφία».
Σύντομο βιογραφικό
Ο Δρ. Παναγιώτης Κοντόλαιμος σπούδασε αρχαιολογία και εκπόνησε μεταπτυχιακές σπουδές στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, με αντικείμενο την αποκατάσταση μνημείων καθώς και διδακτορική διατριβή με θέμα την νεότερη ιστορία της Ελληνικής πόλης. Έχει συμμετάσχει ως ερευνητής σε πρόγραμμα μεταδιδακτορικής έρευνας με αντικείμενο την αισθητική πρόσληψη του Ελληνικού χώρου από τον 15ο αιώνα και μετά, ενώ έχει εκτεταμένα δημοσιεύσει σχετικά με την δομή και την ιστορία πόλεων της περιοχής μας. Δίδαξε την διετία 2021-2023 στην Ανώτατη Σχολή Καλλών Τεχνών και τα ενδιαφέροντά του καλύπτουν τα πεδία της αρχιτεκτονικής και πολεοδομικής νεωτερικότητας, της ιστορίας των πόλεων και της αισθητικής του χώρου.
Γλυπτικά αστικά τοπία – Νέλλα Γκόλαντα
Ειρήνη Δάφνη Σάπκα
Αρχιτέκτων Μηχανικός ΑΠΘ, Σχεδιασμός και παραγωγή μουσειακών εκθέσεων
Τεχνική Σύμβουλος ΕΠΜΑΣ
Η Δημόσια Τέχνη και το Αστικό Βίωμα αντιπροσωπεύουν σημαντικούς πυλώνες του πολιτισμού και της κοινωνίας στη σύγχρονη εποχή. Οι πρακτικές και οι προκλήσεις που αντιμετωπίζουν αποτυπώνουν τις δυναμικές ενός μεταβαλλόμενου περιβάλλοντος και τις ανάγκες μιας κοινωνίας που αλλάζει. Η γλυπτική τοπίου αποτελεί ένα είδος δημόσιας τέχνης που συνδυάζει τη γλυπτική με το φυσικό περιβάλλον. Συνεπώς, έχει άμεση σχέση με το αστικό βίωμα και τη δημόσια τέχνη μέσα από τη διαμόρφωση και την αλληλεπίδραση με τον δημόσιο χώρο.
Η ομιλία αυτή θα παρουσιάσει το έργο της εικαστικού και γλύπτριας τοπίου, Νέλλα Γκόλαντα, καθώς συνδέει το έργο της με τη Δημόσια Τέχνη και το Αστικό Βίωμα. Τα έργα της προσδιορίζουν συνολικές αισθητικές αλλαγές στον δημόσιο χώρο, αποβλέποντας στη δημιουργία σχέσεων με το ευρύτερο περιβάλλον τους. Η τέχνη της Νέλλας Γκόλαντα δεν περιορίζεται αλλά ενσωματώνει την εμπειρία του θεατή, αποτελώντας ένα ανοιχτό και διαδραστικό στοιχείο που ανήκει σε όλους. Το έργο της αποτελεί μια αναπαράσταση της ζωής και της φύσης μέσα από την τέχνη. Εμπνέεται από το μεσογειακό τοπίο και εκφράζει τη μαεστρία της στην επεξεργασία των υλικών της λατομικής τέχνης. Η παρουσίαση του έργου της Νέλλας Γκόλαντα αποκαλύπτει τη σημασία του στον τομέα της Δημόσιας Τέχνης και του Αστικού Βίωματος και προσφέρει μια ενδιαφέρουσα εισαγωγή στην προσέγγισή της στη δημιουργία γλυπτικών έργων.
Σύντομο βιογραφικό
Η Ειρήνη Σάπκα γεννήθηκε στη Λάρισα και είναι κάτοχος πτυχίου Αρχιτέκτονα Μηχανικού από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης (Α.Π.Θ.), με μεταπτυχιακές σπουδές στη Διοίκηση Πολιτισμικών Μονάδων. Είναι Τεχνική Σύμβουλος στην Εθνική Πινακοθήκη – Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτσου και ειδικεύεται στον σχεδιασμό και την παραγωγή εκθέσεων. Από το 2015 διατηρεί γραφείο στην Αθήνα και συνεργάζεται με τους συντελεστές των εθνικών εκπροσωπήσεων για τη Διεθνή Έκθεση Τέχνης και Αρχιτεκτονικής – La Biennale di Venezia.
Κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών σπουδών της στο Α.Π.Θ. έλαβε διεθνή υποτροφία από το ΙΚΥ, για πρακτική άσκηση στο εξωτερικό και το έργο της βραβεύτηκε στα πλαίσια του συνεδρίου του Α.Π.Θ. «Designing Creative Synergies 2014». To 2015 επελέγη από την σχολή Architectural Association School of Architecture για το ακαδημαϊκό της προφίλ, λαμβάνοντας υποτροφία από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος (ΑΑ Greece VS 2015 Stavros Niarchos Foundation Scholarship).
Έχει συνεργαστεί με ελληνικούς και ξένους πολιτιστικούς οργανισμούς στο πλαίσιο του σχεδιασμού, της οργάνωσης και της υλοποίησης εκθέσεων σύγχρονης τέχνης και αρχιτεκτονικής. Συγκεκριμένα, έχει συνεργαστεί με την 2023 ΕΛΕVΣΙΣ Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης (2023), τη Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας – Μουσείο Γ.Ι. Κατσίγρα (2022), την Bernier Eliades Gallery (2022), το Ίδρυμα Θεοχαράκη (2021), το Μέγαρο Μουσικής (2020), το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Ιλεάνα Τούντα (2020), το Μουσείο Μπενάκη (2020), το MOMus (2019), το ΜΙΕΤ στη Θεσσαλονίκη (2019), το ΕΜΣΤ (2018), το Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης (2017), την Google Arts & Culture (2016) κ.ά. Παράλληλα, έχει εργαστεί ως αρχιτέκτονας στην Ελλάδα και στο εξωτερικό σε γραφεία όπως Θύμιος Παπαγιάννης και Συνεργάτες (Αθήνα), Neiheiser Argyros (Λονδίνο) και Pedro Ressano Garcia (Λισαβόνα) και έχει λάβει διακρίσεις σε αρχιτεκτονικούς διαγωνισμούς.
Η προστασία και ανάδειξη των έργων της δημόσιας τέχνης μέσα από τη μεθοδολογική πρακτική και δεοντολογία της επιστήμης της συντήρησης: προκλήσεις και ευκαιρίες
Μαρία Μερτζάνη, Προϊσταμένη της Διεύθυνσης Συντήρησης Αρχαίων και Νεωτέρων Μνημείων, Γενική Διεύθυνση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς, Υπουργείο Πολιτισμού
Η δημόσια τέχνη, ανοιχτή και προσβάσιμη από όλους, είναι ένα δυναμικό στοιχείο των πόλεων που συνομιλεί με το περιβάλλον και αποτελεί πηγή έμπνευσης, αναστοχασμού και σύνδεσης του χώρου με το χρόνο και τον άνθρωπο. Είναι τέχνη εικαστική και αφορά σε έργα γλυπτικής ή γλυπτές κατασκευές σε πάρκα, κήπους και πλατείες ή σε κοιμητήρια, σε αρχιτεκτονήματα, ιστορικούς ή αρχαιολογικούς χώρους και μνημεία, αλλά και έργα graffiti, έργα της Τέχνης του Δρόμου (street art). Πρόκειται για έργα καλλιτεχνικά ή λειτουργικά που παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία στα υλικά και στις τεχνικές κατασκευής τους, στο μέγεθος ή τη χρήση τους. Η ιδιαίτερη σχέση τους με το άμεσο περιβάλλον τους είναι στοιχείο που τα χαρακτηρίζει ενώ παράλληλα, η διαρκής έκθεσή τους σε αυτό τα καθιστά περισσότερο ευάλωτα. Η προστασία και ανάδειξη κορυφαίων έργων ρυθμίζεται από ένα στιβαρό νομοθετικό πλαίσιο.
Ο συντηρητής μέσα από τη μεθοδολογική πρακτική και δεοντολογία της επιστήμης του έχει ως στόχο την προστασία των έργων με τη διάγνωση των αιτιών φθοράς και την επιλογή υλικών και επεμβάσεων για την αναστολή ή τον περιορισμό της, αναδεικνύοντας παράλληλα το σύνολο των χαρακτηριστικών τους. Σε αυτή τη βάση αξιοποιεί τη νέα τεχνολογία και τη διεπιστημονική συνεργασία ώστε να επιτευχθεί ο στόχος ανταποκρινόμενος στις σύνθετες προκλήσεις της εποχής. Γίνεται όμως όλο και περισσότερο σαφές ότι μια εκστρατεία κοινωνικής ενεργοποίησης είναι ενδεχομένως το κρίσιμο βήμα ώστε να αντιμετωπιστεί ο μεγαλύτερος παράγοντας φθοράς της δημόσιας τέχνης: ο άνθρωπος.
Σύντομο βιογραφικό
Η Μαρία Μερτζάνη σπούδασε Συντήρηση Αρχαιοτήτων στο Ινστιτούτο Αρχαιολογίας του Λονδίνου (UCL), ενώ τo 2002 ολοκλήρωσε το Διατμηματικό Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα Προστασία Μνημείων του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου. Το 2022 ολοκλήρωσε Μεταπτυχιακό Πρόγραμμα στη Δημόσια Πολιτική και Διοίκηση στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών. Διορίστηκε στο Υπουργείο Πολιτισμού μετά από γραπτό διαγωνισμό. Υπηρέτησε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης, στη Γ’ ΕΠΚΑ και τέλος στη ΔΣΑΝΜ, όπου από το 2014 είναι Προϊσταμένη. Στις αρμοδιότητες της Διεύθυνσης είναι η εφαρμογή πολιτικής για θέματα που σχετίζονται με τη συντήρηση και την έρευνα σχετικά με τις βέλτιστες πρακτικές στον τομέα της Συντήρησης και Αποκατάστασης Πολιτιστικών Αγαθών.
Πάρκο και Τέχνη: Η έκθεση της συλλογής της Εθνικής Γλυπτοθήκης στο δημόσιο χώρο
Μαρία Κλιάφα, Συντηρήτρια Γλυπτικής ΕΠΜΑΣ
Η Εθνική Γλυπτοθήκη, τμήμα της Εθνικής Πινακοθήκης, βρίσκεται στο Άλσος Στρατού, στην περιοχή Γουδή. Ο χώρος του άλσους, ταυτόχρονα με τη φιλοξενία των περίπου τριάντα γλυπτών από τη συλλογής της ΕΠΜΑΣ προσφέρει στο κοινό μια μεγάλη έκταση με πράσινο, δέντρα, διαδρομές για περίπατο και κοινωνικές δραστηριότητες/εκδηλώσεις. Τα γλυπτά που εκτίθενται στον υπαίθριο χώρο είναι κατασκευασμένα από διάφορα είδη φυσικών λίθων και κραμάτων μετάλλων, με ποικίλες τεχνικές. Ο δημόσιος χαρακτήρας του πάρκου δημιουργεί ένα ιδιαίτερο μουσειολογικό πλαίσιο, ενώ ταυτόχρονα διαμορφώνει ιδιαίτερες απαιτήσεις για τα έργα που εκτίθενται, ώστε να αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά οι παράγοντες φθοράς και το μικρο-περιβάλλον που δημιουργεί το ανοιχτό πάρκο. Το σύνολο των απαιτήσεων διαμορφώνεται από τα μικρο-κλιματικά χαρακτηριστικά της περιοχής, την ποιότητα της ατμόσφαιρας που συνεπάγεται η γειτνίαση με κεντρική λεωφόρο μεγάλης κυκλοφορίας, η χλωρίδα και η πανίδα του πάρκου, ο τρόπος φροντίδας του, όπως επίσης και η συνύπαρξη των έργων με επισκέπτες διαφορετικών ηλικιακών ομάδων. Η παρουσίαση αφορά στη μεθοδολογία και στην προσέγγιση που έχει υιοθετηθεί από την Εθνική Γλυπτοθήκη, ώστε αφενός να ικανοποιούνται οι συνθήκες προστασίας των έργων και να διασφαλίζεται ο εκπαιδευτικός, μουσειολογικός, καλλιτεχνικός και ψυχαγωγικός ρόλος της έκθεσης, και αφετέρου να υποστηρίζεται η αρμονική συνύπαρξη της φύσης, της τέχνης και των επισκεπτών. Η εργασία εστιάζει στα βαμμένα μεταλλικά έργα που εκτίθενται στο πάρκο, καθώς αποτελούν μια ιδιαίτερη περίπτωση, αναφορικά με το υλικό κατασκευής, τη φθορά, την περιοδική φροντίδα τους, αλλά κυρίως, για τη μεθοδολογία συντήρησης, αποκατάστασης και προστασίας τους.
Σύντομο βιογραφικό
Η Μαρία Κλιάφα έχει Πτυχίο Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης από το ΤΕΙ Αθήνας, Μεταπτυχιακό στη Διοίκηση Πολιτισμικών Μονάδων από το Ελληνικό Ανοιχτό Πανεπιστήμιο και Διδακτορικό στην Επιστήμη της Συντήρησης από το De Montford University. Εργάζεται στην Εθνική Πινακοθήκη και από το 2005 είναι υπεύθυνη του Εργαστηρίου Συντήρησης Γλυπτικής. Έχει δημοσιεύσει άρθρα σε βιβλία και πρακτικά συνεδρίων, συμμετέχει σε Ερευνητικά Προγράμματα, ενώ τα τρέχοντα ερευνητικά της ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν την προληπτική συντήρηση για εκθέματα μουσείων, τη συντήρηση γλυπτών σε γύψο και θέματα σχετικά με τη συντήρηση της μοντέρνας γλυπτικής.
Συντήρηση της τέχνης του δρόμου: Διατηρώντας το εφήμερο
Μαρία Χατζηδάκη, Λέκτορας Εφαρμογών στο Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης, ΠΑΔΑ
Η τέχνη του δρόμου (street art), το γκραφίτι και οι δημόσιες τοιχογραφίες αποτελούν εικαστικές παρεμβάσεις με καλλιτεχνική ή και πολιτική σημασία, που διαμορφώνουν τον χαρακτήρα των αστικών επιφανειών.
Η προστασία της διαρκώς μεταβαλλόμενης τέχνης του δρόμου, αποτελεί πρόκληση καθώς υπερβαίνει την πρόθεση της παραδοσιακής συντήρησης για διατήρηση των έργων σε σταθερή κατάσταση και αποφυγή της περαιτέρω φθοράς.
Η αλλοίωση τους, λόγω των ανεξέλικτων περιβαλλοντικών συνθηκών και των ανθρώπινων επεμβάσεων, καθιστά αδύνατη τη διατήρησή τους για πολύ μεγάλο χρονικό διάστημα αλλά και μη συμβατή με τον εγγενή εφήμερο χαρακτήρα τους. Ωστόσο, ιδιαίτερα στην περίπτωση των έργων τέχνης του δρόμου, η φθορά αποδεικνύεται εργαλείο κατανόησης και επικοινωνίας, που εν τέλει ενισχύει την κοινωνική, εκπαιδευτική και επιστημονική αξία των έργων.
Έτσι, η συντήρηση των έργων του δρόμου, ως έργων του σύγχρονου λαϊκού πολιτισμού, συνδιαμορφώνει τον κοινό, δημόσιο χώρο προβάλλοντας το διαρκώς μεταβαλλόμενο παλίμψηστο των αστικών επιφανειών, εικονογραφώντας και τεκμηριώνοντας την ιστορία της πόλης.
Σύντομο βιογραφικό
Η Μαρία Χατζηδάκη είναι λέκτορας του Τμήματος Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης (Σ.Α.Ε.Τ.), του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, στη συντήρηση τοιχογραφίας, street art και δημόσιων τοιχογραφιών.
Διαθέτει πτυχίο Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης από το Τμήμα Σ.Α.Ε.Τ. του Τ.Ε.Ι. Αθήνας και μεταπτυχιακό τίτλο σπουδών (MSc) στην Πολιτιστική Πληροφορική και Διαχείριση Πολιτιστικής Κληρονομιάς από το Τμήμα Αρχαιολογίας και το Τμήμα Πληροφορικής του Πανεπιστημίου Κρήτης.
Έχει 35 χρόνια εργασιακής εμπειρίας στη συντήρηση τοιχογραφιών, φορητών ζωγραφικών έργων και λαογραφικών αντικειμένων. Έχει συμμετάσχει με παρουσιάσεις σε πολλά συνέδρια στο εξωτερικό και την Ελλάδα και έχει πολλές δημοσιεύσεις.
Τα ερευνητικά της ενδιαφέροντα περιλαμβάνουν τη συντήρηση τοιχογραφιών, street art, γκραφίτι και δημόσιων τοιχογραφιών, την Ηθική και δεοντολογία της συντήρησης, την εκπαίδευση στη συντήρηση και τις ιστορικές χρωστικές.
Είναι μέλος του International Institute for Conservation (IIC), του International Network for the Conservation of Contemporary Art (INCCA), και συν–ιδρυτικό μέλος των Street Art Conservators (St.A.Co.).
Από τη νανο-κλίμακα στο δημόσιο χώρο: η συμβολή της της επιστήμης των υλικών και της νανοτεχνολογίας στην προστασία των έργων τέχνης
Ιωάννης Καρατάσιος, Κύριος Ερευνητής, Ινστιτούτο Νανοεπιστήμης και Νανοτεχνολογίας, ΕΚΕΦΕ Δημόκριτος
Τα έργα τέχνης στο δημόσιο χώρο αντιμετωπίζουν την πρόκληση της συνομιλίας με το κοινό, στο χρονικό πλαίσιο που ορίζουν για αυτά παράμετροι όπως: η ανθεκτικότητα των υλικών κατασκευής τους, η τεχνική κατασκευής τους, η ποιότητα της ατμόσφαιρας που διαμορφώνει ο άνθρωπος-θεατής, και τα μικρο-κλιματικά χαρακτηριστικά του περιβάλλοντος όπου εκτίθενται. Η διατήρηση της αυθεντικής μορφής και ύλης αποτελούν το κύριο μέλημα του συντηρητή, ενάντια στη φυσική φθορά που επηρεάζει διαχρονικά τη μορφή και τη μικροδομή της ύλης. Η επιστήμη των υλικών και η νανοτεχνολογία υποστηρίζουν τόσο το έργο της συντήρησης, όσο και την εκφραστική παλέτα του καλλιτέχνη, παρέχοντας πληθώρα τεχνολογικών και υλικών λύσεων, με κύριο γνώρισμα την εξειδικευμένη και κατά περίπτωση τροποποίηση της ύλης (functionalization), ώστε να ικανοποιούνται συγκεκριμένες κάθε φορά απαιτήσεις. Στην ομιλία θα παρουσιαστούν επιλεγμένα παραδείγματα όπου αξιοποιείται η νανοτεχνολογία για να ικανοποιήσει τόσο τις σύγχρονες κοινωνικές προσταγές για βιώσιμη ανάπτυξη και περιβαλλοντικά ουδέτερα υλικά, όσο και τις εξειδικευμένες ανάγκες συντήρησης και προστασίας των έργων τέχνης στο δημόσιο χώρο.
Σύντομο βιογραφικό
Ο Δρ. Ιωάννης Καρατάσιος είναι Ερευνητής στο Ινστιτούτο Νανοεπιστήμης και Νανοτεχνολογίας (ΙΝΝ) του Ε.Κ.Ε.Φ.Ε. «Δημόκριτος». Η ερευνητική του δραστηριότητα αφορά στην τεχνολογία των δομικών υλικών (κονιάματα, κεραμικά, λίθοι) που απαντώνται στα αρχαιολογικά και αρχιτεκτονικά μνημεία, καθώς και στην ανάπτυξη νανοσύνθετων υλικών συντήρησης, καινοτόμων δομικών υλικών με ικανότητα αυτόνομης επισκευής των μικρο-ρωγμών τους, καθώς και νανο-σύνθετων υλικών με πιεζο-αγώγιμες ιδιότητες. Είναι μέλος της Τεχνικής Επιτροπής του ΕΛΟΤ TΕ 96/ «Συντήρηση της Πολιτιστικής Κληρονομιάς», ενώ έχει συμμετάσχει σε 8 ερευνητικά έργα ως κύριος ερευνητής και συντονίζει 2 εθνικά και 1 ευρωπαϊκό ερευνητικά έργα. Το επιστημονικό του έργο περιλαμβάνει περισσότερες από 60 επιστημονικές δημοσιεύσεις σε διεθνή περιοδικά, περισσότερες από 100 εργασίες σε πρακτικά συνεδρίων με κρίση, 1 εθνική πατέντα και 6 κεφάλαια σε βιβλία.
Γλυπτική στο Δημόσιο χώρο – Από την αγωνία της δημιουργίας, στην περιπέτεια της διατήρησης
Αθανάσιος Τζαμαλής, Συντηρητής Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης
Η μεταμόρφωση της ύλης σε φόρμα και μορφή, στην πορεία για την δημιουργία ενός έργου τέχνης είναι επίπονη διαδικασία, όπου ο δημιουργός καλείται να θέσει ερωτήματα, αναζητά την απόδοση του μέσου που θα δώσει πειστικές απαντήσεις, υποβάλλεται σε απρόβλεπτες δοκιμασίες, και ολοκληρώνει την προσπάθεια αυτή, παρουσιάζοντας την τελική μορφή που αποδέχεται ως δημιούργημα του.
Πιθανόν η στιγμή αυτή να είναι και η ολοκλήρωση της εκούσιας μεταμόρφωσης, εάν όμως το έργο τοποθετηθεί σε εξωτερικό δημόσιο χώρο, ίσως είναι το ξεκίνημα μιας καινούργιας περιπέτειας.
Η πρώτη επίδραση θα είναι αυτή των περιβαλλοντικών παραμέτρων, που μπορεί να είναι και αποδεκτή από τον δημιουργό, οι πραγματικές όμως δοκιμασίες στο νέο αυτό στίβο, υποβάλλονται από αυτούς στους οποίους απευθύνεται η εκτεθειμένη δημιουργία.
Ο μικρότερος κίνδυνος για ένα έργο θα μπορούσε να είναι η λήθη, ίσως γιατί θα μπορούσε να έχει ως αποτέλεσμα, τις μικρότερες μορφολογικές αλλαγές.
Αναμφισβήτητα πολύ σοβαρό κίνδυνο διατρέχει από βανδαλισμούς και την εκδικητική μανία διαφόρων στερημένων και μη.
Εάν όμως το έργο καταφέρει να διασωθεί μετά από graffiti, βανδαλισμούς, ακρωτηριασμούς, και παντός είδους επιθέσεις με διάφορα μέσα, φτάνει ή στιγμή που θα πρέπει να αντιμετωπίσει την σοβαρότερη απειλή, που είναι, η πρόθεση για αποκατάσταση, από τους κάθε λογής αυτόκλητους σωτήρες, ευαισθητοποιημένους πολίτες, εθελοντές, τοπικούς εκπροσώπους, χορηγούς και διαφημιζόμενους.
Σύντομο βιογραφικό
Ο Θανάσης Τζαμαλής αποφοίτησε από το Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων και Έργων Τέχνης (Σ.Α.Ε.Τ.) της Σχολής Γραφικών Τεχνών και Καλλιτεχνικών Σπουδών (Σ.Γ.Τ.Κ.Σ.), του Τ.Ε.Ι. Αθηνών το 1998, και έκτοτε διατηρεί εργαστήριο ως ελεύθερος επαγγελματίας, με δραστηριότητα στη συντήρηση Αρχαιοτήτων & Έργων Τέχνης, αναλαμβάνοντας εκπονήσεις μελετών, συντήρηση και αποκατάσταση μνημείων ή αντικειμένων, σε λίθο, μέταλλο, κεραμικό, γυαλί, και ψηφιδωτό.
Αναλαμβάνει την αναπαραγωγή γλυπτών σε πέτρα και μέταλλο, με εξειδικευμένες τεχνικές συγκόλλησης μετάλλου, (οξυγονοκόλληση, συγκόλληση TIG, MIG), ειδικές μεθόδους χημικού χρωματισμού (πατίνες), και έχει μακρόχρονες συνεργασίες με γλύπτες.
Ασχολήθηκε με σχεδιασμό και εφαρμογή προγραμμάτων σε ηλεκτρονικούς υπολογιστές, για την δημιουργία ψηφιακών αρχείων καταλογογράφησης, καταγραφής χαρακτηριστικών και στοιχείων για σύνολα τεκμηρίων συλλογών.
Έχει συμμετάσχει ως βοηθός σε συμπόσια γλυπτικής, και φωτογραφίες του έχουν περιληφθεί σε λευκώματα και καταλόγους.
Διατηρώντας το Παρελθόν: Εκπαιδεύοντας το Μέλλον: Ολοκληρωμένες Στρατηγικές στη Συντήρηση Γλυπτικής
Μαρία Γιαννουλάκη, Συντηρήτρια – Αρχαιολόγος, και Βασιλική Αργυροπούλου, Καθηγήτρια, Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων & Έργων Τέχνης, Σχολή Εφαρμοσμένων Τεχνών και Πολιτισμού, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής
Στο πλαίσιο ευρωπαϊκών και εθνικών ερευνητικών δράσεων αναπτύχθηκε την τελευταία εικοσιπενταετία από μία διεπιστημονική ομάδα μία μεθοδολογική προσέγγιση τεκμηρίωσης και ένας οδηγός καλής πρακτικής για τη συντήρηση υπαίθριων έργων γλυπτικής με στόχο την ενσωμάτωση της γνώσης στις πολιτικές διαχείρισης των εμπλεκομένων φορέων (όπως δήμοι και κοινότητες) και στην εκπαίδευση σε πανεπιστημιακό επίπεδο των συντηρητών, ως των επαγγελματιών που με τις επεμβάσεις τους ‘θεραπεύουν’ τα γλυπτά έργα. Στην εκπαιδευτική διαδικασία δημιουργήθηκε ένα θεωρητικό πλαίσιο γνώσεων για την τεχνολογία και τις τεχνικές κατασκευής, τις αξίες και τη χρήση για το κοινωνικό σύνολο και την αλληλεπίδραση με τους περιβαλλοντικούς παράγοντες φθοράς και ένα πρακτικό πλαίσιο για την επιστημονικά τεκμηριωμένη μεθοδολογία διερεύνησης και εξέτασης και τις πρακτικές συντήρησης, προστασίας και ανάδειξης έργων γλυπτικής βάση της αναγνώρισης τους ως πολυδιάστατα έργα καλλιτεχνικής δημιουργίας.
Η γλυπτική ως μορφή τέχνης έχει από την αρχαιότητα δημόσιο χαρακτήρα, καθώς τα γλυπτά έργα τοποθετούνται σε αρχιτεκτονικά σύνολα, πάρκα και πλατείες, αλληλεπιδρούν με το κοινωνικό σύνολο, προκαλώντας σκέψεις, συζητήσεις και συναισθηματικές αντιδράσεις και παρέχουν έναν πολιτισμικό, αισθητικό ή ιστορικό προσδιορισμό στο περιβάλλον. Ως καλλιτεχνικά έργα αντιπροσωπεύουν τις αναζητήσεις, το εκφραστικό ‘ιδίωμα’ και τις ανησυχίες του δημιουργού τους. Ως δημόσια έργα τιμούν ιστορικά γεγονότα και προσωπικότητες, αναπαριστούν στοιχεία της πολιτιστικής κληρονομιάς, σύγχρονα θέματα και ιδέες ή λειτουργούν ως αφηγηματικά μέσα.
Τα γλυπτά λόγω της θέσης τους εκτίθενται σε εξωγενείς παράγοντες φθοράς, περιβαλλοντικούς και ανθρωπογενείς, με αποτέλεσμα την υποβάθμιση της υλικής και της άυλης υπόστασής τους. Η καλή διατήρηση των έργων γλυπτικής στο δημόσιο χώρο συνδέεται τόσο με την αειφορία και τη βιώσιμη ανάπτυξη του αστικού τοπίου, όσο και με την πολιτιστική εκπαίδευση του κοινωνικού συνόλου. Για αυτό είναι σημαντικό να λαμβάνονται κατάλληλα μέτρα συντήρησης και διατήρησης της υπαίθριας γλυπτικής και να υπάρχει μία πολιτική διαχείρισης και προστασίας από τους εμπλεκόμενους φορείς που θα λαμβάνει υπόψη τη φθορά και την υποβάθμιση των υλικών στοιχείων και τις καλλιτεχνικές, αισθητικές και πολιτιστικές αξίες των έργων γλυπτικής.
Μία καλή ‘πρακτική’ για την προστασία και την ανάδειξη απαιτεί μία μεθοδολογική προσέγγιση τεκμηρίωσης και αποτίμησης της φθοράς, ώστε να προσδιοριστούν οι προτεραιότητες για τη συντήρηση. Η συντήρηση δεν είναι μια απλή διαδικασία καθαρισμού ή μια επικάλυψη της επιφάνειας. Χωρίς ιστορική έρευνα, προσεκτική διερευνητική εξέταση του γλυπτού στο περιβάλλον του και κατανόηση των αναγκών είναι αδύνατο να σχεδιασθεί μία ολοκληρωμένη στρατηγική για τη μακροχρόνια διατήρηση, προστασία και ανάδειξη.
Σύντομο βιογραφικό
Η Δρ. Γιαννουλάκη Μαρία, Συντηρήτρια και Αρχαιολόγος, έχει ερευνητική και επαγγελματική εμπειρία στη συντήρηση και προστασία υπαίθριων έργων γλυπτικής. Έχει συμμετάσχει σε ευρωπαϊκά και εθνικά ερευνητικά προγράμματα για τη συντήρηση γλυπτών και για το σχεδιασμό μίας μεθοδολογίας ορθών πρακτικών τεκμηρίωσης, προστασίας και διαχείρισης σε συνεργασία με αρμόδιους φορείς. Διδάσκει σε πανεπιστημιακό επίπεδο το μάθημα της ‘Συντήρησης Έργων Γλυπτικής’, εκπαιδεύοντας φοιτητές στην τεκμηρίωση της τεχνολογίας, της κατάστασης διατήρησης και του αξιακού πλαίσιου των έργων γλυπτικής και στην εφαρμογή κατάλληλων μεθόδων συντήρησης και προστασίας.
Η Βασιλική Αργυροπούλου, Χημικός Μηχανικός, είναι καθηγήτρια στο Τμήμα Συντήρησης Αρχαιοτήτων & Έργων Τέχνης, Διευθύντρια του Ερευνητικού Εργαστηρίου Μελέτης και Συντήρησης Αρχαίων και Νεότερων Πολιτισμικών Αγαθών και υπεύθυνη του Εργαστηρίου Συντήρησης Μετάλλου. Η εμπειρία της στον συντονισμό και τη διαχείριση διεθνών και ευρωπαϊκών έργων που σχετίζονται με τη συντήρηση ξεκίνησε το 1993. Από το 2000 δημιούργησε μία διεπιστημονική ομάδα συνεργασίας για την ανάπτυξη μίας μεθοδολογικής προσέγγισης τεκμηρίωσης και αποτίμησης της φθοράς και των αναγκών υπαίθριων έργων γλυπτικής και τον σχεδιασμό καλών πρακτικών συντήρησης και προστασίας, με στόχο την ενσωμάτωση της γνώσης για την υποστήριξη των εμπλεκομένων φορέων, την ευαισθητοποίηση του κοινωνικού συνόλου και την εκπαίδευση των συντηρητών.