Χρησιμοποιούμε cookies ώστε η τοποθεσία μας να λειτουργεί σωστά, να εξατομικεύουμε περιεχόμενο και διαφημίσεις, να παρέχουμε λειτουργίες μέσων κοινωνικής δικτύωσης και να αναλύουμε την κυκλοφορία μας. Επίσης, κοινοποιούμε πληροφορίες σχετικά με την από μέρους σας χρήση της τοποθεσίας μας στους συνεργάτες μέσων κοινωνικής δικτύωσης, διαφημίσεων και ανάλυσης. Διαβάστε την Πολιτική Cookies.
Ο Λεωνίδας Δρόσης ανήκει στην πρώτη γενιά των νεοελλήνων γλυπτών που φοίτησαν στο Σχολείον των Τεχνών και διαμορφώθηκαν στο πνεύμα του κλασικισμού που έφερε στην Ελλάδα ο γερμανός γλύπτης Κρίστιαν Ζίγκελ. Συνεχίζοντας τις σπουδές του στην Ακαδημία του Μονάχου κοντά στον Μαξ φον Βίντνμαν και με ταξίδια στο Παρίσι, το Λονδίνο, τη Δρέσδη, τη Βιέννη και τη Ρώμη, όπου άνοιξε εργαστήριο, αναδείχθηκε στο σημαντικότερο εκπρόσωπο του ελληνικού κλασικισμού.
Η μικρή γύψινη «Πηνελόπη» πλάστηκε το 1864 στη Ρώμη και είναι ένα πρώιμο πρόπλασμα για το μεγάλων διαστάσεων έργο που εκτίθεται στην Εθνική Πινακοθήκη. Παρουσιάζει μικρές διαφορές από την τελική εκδοχή σε μάρμαρο, όπως η πλάτη του θρόνου, το υφασμένο πέπλο που κρατά η Πηνελόπη στο δεξί χέρι αντί για το κουβάρι και η έκφραση του προσώπου της, που προδίδει βαθιά θλίψη, αντίθετα με την καρτερικότητα της μορφής στο μάρμαρο. Η απόδοση είναι επηρεασμένη από το αρχαιοελληνικό φειδιακό πρότυπο της «Αφροδίτης», που επαναλαμβάνεται στην «Αγριππίνα» του 4ου μ.Χ. αιώνα στο μουσείο του Καπιτωλίου και τη μητέρα του Ναπολέοντα «Λετίτσια Ραμολίνο Μποναπάρτε» (1804-1807) του Αντόνιο Κανόβα.
Το μικρό αυτό πρόπλασμα, μαζί με το μεταγενέστερο του μαρμάρινου γλυπτού, είχε εκτεθεί στα Ολύμπια του 1870, όπου τιμήθηκε με το χρυσό νομισματόσημο.