Πρωτοπόρος της αφαίρεσης στην Ελλάδα, ο Λάζαρος Λαμέρας ασχολήθηκε παράλληλα με την αναπαράσταση, δημιουργώντας έργα που παραπέμπουν κυρίως στην αρχαϊκή γλυπτική και τα κυκλαδικά ειδώλια. Ακόμη, ασχολήθηκε με συνθέσεις που απευθύνονται σε θεατές με προβλήματα όρασης. Το 1979 παρουσίασε στην Εθνική Πινακοθήκη την έκθεση «Αφή-Τέχνη-Παιδί», που περιελάμβανε έργα όπως η «Αφή Ι». Κεφαλάκια παιδιών από τερακότα και ειδωλιόσχημες φιγούρες σε μέταλλο ή σε πηλό ζωγραφισμένο, κρεμασμένες παρατακτικά σε ελλειπτικό ή ορθογώνιο σιδερένιο πλαίσιο, παράγουν ήχο και κίνηση με το άγγιγμα του χεριού, επιτρέποντας έτσι στους τυφλούς να έλθουν σε επαφή με τα έργα της τέχνης μέσω της αφής και της ακοής.

Ο Αχιλλέας Απέργης ξεκίνησε από την παραστατική απεικόνιση με επίκεντρο την ανθρώπινη μορφή, ολόσωμη ή σε προτομή, για να προχωρήσει, από το 1950 κυρίως, σε πιο αφαιρετικά ανθρωπομορφικά σχήματα και να καταλήξει στην ανεικονική έκφραση. Εγκαταλείποντας τα παραδοσιακά υλικά, ακολούθησε την τάση της εποχής και στράφηκε στο σίδερο, το χαλκό και την τήξη και συγκόλληση μετάλλων. Η ανάπτυξη της μορφής μέσα στο χώρο, οριζόντια, κατακόρυφα ή διαγώνια, τον απασχόλησε ιδιαίτερα σε μια προσπάθεια να δημιουργήσει μια εντύπωση φυγής. Ο προβληματισμός του στο πεδίο της ανεικονικής έκφρασης τον οδήγησε αργότερα στην άρνηση της συμβατικής γλυπτικής απεικόνισης και σε μια εννοιολογική προσέγγιση των προβλημάτων, που εκφράστηκε με περιβάλλοντα-εγκαταστάσεις, αποτέλεσμα της υπαρξιακής του αγωνίας.

Τα περιβάλλοντα με τις “Σκάλες”, που παρουσίασε για πρώτη φορά το 1978, αρχικά σε ξύλο και κατόπιν σε μπρούντζο, αλλά και μεμονωμένες συνθέσεις με σκάλες σε διάφορα μεγέθη, είναι συνέχεια των αναζητήσεών του στο πεδίο του περιβάλλοντος και της εγκατάστασης, συνδυάζονται όμως με την επιστροφή του στη χρήση στοιχείων της παραστατικής απεικόνισης και αποτελούν σήματα ανόδου και προσπάθειας, υποδηλώνοντας τη διέξοδο στη γνώση.