Σπούδασε ζωγραφική στη Σχολή Καλών Τεχνών (1939-1946) κοντά στον Κωνσταντίνο Παρθένη και τον Ουμβέρτο Αργυρό, ενώ από τον Στέφανο Αλμαλιώτη διδάχτηκε την τεχνική της γιγαντοαφίσας (1938-1940). Την περίοδο 1952-1953 σπούδασε ζωγραφική, χαρακτική και γραφικές τέχνες στη Σχολή Καλών Τεχνών και σε ελεύθερες ακαδημίες στο Παρίσι.

Από το 1945 ως το 1963 υπήρξε καλλιτεχνικός διευθυντής της “Σκούρας Φιλμς”, φιλοτεχνώντας παράλληλα γιγαντοαφίσες για τους σημαντικότερους κινηματογράφους της Αθήνας. Συνεργάστηκε επίσης με τη “Φίνος Φιλμς” και το “L.T.C.” του Παρισιού και διετέλεσε καλλιτεχνικός διευθυντής της διαφημιστικής εταιρείας “Γνώμη Α.Ε.” από το 1963. Παράλληλα ασχολήθηκε με την αφίσα του τοίχου και της προθήκης και διακόσμησε με επιγραφές και τοιχογραφίες σπίτια, εμπορικά περίπτερα και καταστήματα. Την περίοδο 1956-1974 το ενδιαφέρον του επεκτάθηκε και στις γραφικές τέχνες, στο πλαίσιο των οποίων επιμελήθηκε εκδόσεις και φιλοτέχνησε εξώφυλλα για βιβλία, λευκώματα και περιοδικά, ενώ συνέβαλε σημαντικά και στην προώθηση της εφαρμοσμένης φωτογραφίας στην Ελλάδα. Ενδιαφερόμενος επίσης σε θεωρητικό επίπεδο για την τέχνη, δημοσίευσε μελέτες και εξέδωσε τα βιβλία “25 αφίσες του Γ. Βακιρτζή” (Αθήνα, 1963), “Γιγαντοαφίσες του κινηματογράφου του Γ. Βακιρτζή” (Αθήνα, 1968) και “Η λαϊκή επιγραφή στην Ελλάδα” (Αθήνα, 1973/1974).

Από το 1949 άρχισε να συμμετέχει σε ομαδικές, Πανελλήνιες και διεθνείς εκθέσεις, οργανώνοντας από το 1960 και ατομικές, ενώ το 1989 το έργο του παρουσιάστηκε σε αναδρομική έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη.

Καλλιτέχνης ανθρωποκεντρικός, ο Βακιρτζής χρησιμοποιεί στοιχεία από την τέχνη της γιγαντοαφίσας, της λαϊκής ζωγραφικής αλλά και της εξπρεσιονιστικής γραφής, που συνδυάζει με φόντο μεγάλες κλασικές συνθέσεις του παρελθόντος, για να αποτυπώσει με ένα προσωπικό ύφος τους προβληματισμούς του σχετικά με τα ιστορικά και πολιτικά βιώματα της ελληνικής κοινωνίας.

Μοιραστείτε: