Σπούδασε γλυπτική στη Σχολή Καλών Τεχνών (1952-1957) στο εργαστήριο του Μιχάλη Τόμπρου. Το 1959, με υποτροφία του Ι.Κ.Υ., πήγε στο Παρίσι, συνεχίζοντας ως το 1962 τις σπουδές του στη Σχολή Καλών Τεχνών, κοντά στους Μαρσέλ Ζιμόν και Ρενέ Κολαμαρινί. Έμαθε επίσης την τεχνική του μετάλλου στην Academie du Feu και παρακολούθησε σεμινάρια σχετικά με το αστικό περιβάλλον (Urbanisme) στο εργαστήριο Αρχιτεκτονικής των Camelot και Bodiansky. Για να διευρύνει την καλλιτεχνική του επιμόρφωση ταξίδεψε σε πολλές χώρες της Ευρώπης, στην Ιαπωνία και τις Η.Π.Α., όπου το 1972 δίδαξε Γλυπτική στο California State University, Hayward, ως επισκέπτης καθηγητής. Το 1974 εγκαταστάθηκε οριστικά στην Ελλάδα και το 1980 εξελέγη καθηγητής Πλαστικής στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Ε.Μ.Π., παραμένοντας στη θέση αυτή ως το 1998.

Το 1961 εξέθεσε για πρώτη φορά στο Σαλόν της Νέας Πραγματικότητας, στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Πόλης του Παρισιού και τον επόμενο χρόνο στο Σαλόν της Νέας Γλυπτικής, στο Μουσείο Ροντέν, στα οποία επανειλημμένως παρουσίασε έργα του. Η εκθεσιακή του δραστηριότητα συνεχίστηκε με συμμετοχές σε σημαντικές ομαδικές και διεθνείς διοργανώσεις. Η Μπιενάλε του Σάο Πάολο και της Αλεξάνδρειας το 1963, η Μπιενάλε των Νέων στο Παρίσι το 1965, όπου τιμήθηκε με το Βραβείο Ροντέν, η ΙΙΙ Διεθνής Έκθεσης Συγχρόνου Γλυπτικής στο Μουσείο Ροντέν το 1966, τα Ευρωπάλια στις Βρυξέλλες το 1982, το Συμπόσιο Γλυπτικής στο Ολυμπιακό Πάρκο της Σεούλ το 1988, οι “Μεταμορφώσεις του Μοντέρνου” στην Εθνική Πινακοθήκη της Αθήνας το 1992, το Salon του Montrouge στη Γαλλία το 1997, όπου επίσης βραβεύτηκε, αναφέρονται ενδεικτικά ανάμεσα σε πολλές άλλες συμμετοχές. Πολυάριθμες είναι επίσης και οι διοργανώσεις ατομικών παρουσιάσεων στην Ελλάδα και το εξωτερικό, με πρώτη την έκθεση στο Centre Culturel National, στην Aix-en-Provence το 1965. Το 1984 το έργο του παρουσιάστηκε σε αναδρομική έκθεση στην Εθνική Πινακοθήκη.

Το 1983 έστησε ένα σκηνικό-περιβάλλον για τις “Φοίνισσες” του Ευριπίδη στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου, ενώ συνθέσεις του κοσμούν τράπεζες, ξενοδοχεία και ιδιωτικές κατοικίες.

Οι πρωιμότερες συνθέσεις του καλλιτέχνη, καμωμένες από ατσάλι ή μπρούντζο, είναι πειραματισμοί με την ισορροπία και παραπέμπουν σε ντανταϊστικά ή σουρεαλιστικά πρότυπα. Με την πάροδο των χρόνων στα υλικά που χρησιμοποιεί προστίθενται το σίδερο, η πέτρα, το μάρμαρο, το γυαλί, το πλεξιγκλάς, το ξύλο, το σχοινί, το πανί, το λάστιχο, καθώς και η χρήση νερού, φωτιάς και άμμου. Παράλληλα, η λειτουργία του έργου αλλάζει. Το βάθρο σταδιακά καταργείται και οι συνθέσεις διασπώνται σε μέρη, ενώ σε μια προσπάθεια άμεσης και πιο ελεύθερης έκφρασης, με διάφορους χειρισμούς και δρώμενα, επιδιώκει ιδιαίτερα την ενεργητική συμμετοχή του κοινού.

Γλύπτης με ενδιαφέροντα και αναζητήσεις και σε θεωρητικό επίπεδο, έχει δημοσιεύσει πολλά κείμενα σε εφημερίδες και περιοδικά και έχει εκδώσει τα βιβλία “Ένας γλύπτης στην αγορά” (Αθήνα 1981), “Στίγματα πορείας” (Αθήνα 1984), “Ίχνη” (Αθήνα 1988), “Ένας γλύπτης στον αέρα” (Αθήνα 1989), “Ανα-Κατάληψη” (Αθήνα 1992), “Λόγοι” (Αθήνα 1994).

Μοιραστείτε: