Γνωστός ως Survage, σπούδασε πιάνο και παράλληλα απέκτησε ένα εμπορικό δίπλωμα αφού επρόκειτο να αναλάβει την οικογενειακή επιχείρηση εμπορίας πιάνων. Σε ηλικία είκοσι δύο ετών προσβλήθηκε από μία σοβαρή ασθένεια και στράφηκε προς τη ζωγραφική. Σπούδασε στη Σχολή Ζωγραφικής, Γλυπτικής και αρχιτεκτονικής της Μόσχας.

Ενώθηκε με τη ρώσικη πρωτοπορία και υπήρξε φίλος με τον Αλεξάντερ Αρτισπένκο. Το 1909 εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και για ένα μικρό χρονικό διάστημα παρακολούθησε τη σχολή του Ματίς. Παρουσίασε για πρώτη φορά δουλειά του στο Παρίσι το 1911 στο Σαλόνι του Φθινοπώρου μετά από πίεση του Αρτσιπένκο.

Το 1912 προσχώρησε στον κυβισμό την ίδια χρονιά με τον Μοντριάν (Mondrian) και τον Ντιέγκο Ριβέρα (Diego Rivera). Παράγει αφηρημένες συνθέσεις χρησιμοποιώντας αραιωμένο μελάνι με τον τίτλο «Χρωματιστός ρυθμός» με στόχο να ζωντανέψει ακριβώς όπως στο κινηματογραφικό φιλμ η αίσθηση του χρώματος και της κίνησης στο χώρο, να δημιουργήσει «συμφωνίες χρωμάτων» καθώς η μία εικόνα θα διαδεχόταν την άλλη. Μερικές από αυτά τα έργα τα εξέθεσε στο Σαλόνι του Φθινοπώρου το 1913 και στο Σαλόνι των Ανεξαρτήτων το 1914. Ο Απολλιναίρ δημοσίευσε επαινετικά άρθρα και υποστήριξε τον ζωγράφο που κλείνοντας συμφωνία με την εταιρεία παραγωγής φιλμ Γκωμόν (Gaumont) σχεδίασε ένα από τα πρώτα αφηρημένα φιλμ με τον τίτλο «Χρωματιστός ρυθμός» («Rythme colore»). Ο πόλεμος όμως ματαίωσε τα σχέδιά του.

Έφτιαξε κοστούμια και σκηνικά για τα Ρώσικα Μπαλέτα και η γνωριμία του με τον Μασσόν τον έφερε σε επαφή με τον υπερρεαλισμό.

Η μελέτη της βυζαντινής τέχνης στην πατρίδα του τον επηρέασε στα μεταγενέστερα έργα του σε ότι σχετίζεται με την οργάνωση των μεγάλων διακοσμητικών του συνθέσεων αλλά και το πλάσιμο των χαρακτηριστικών μορφών του έργου του. Τα θέματα του εικονογραφούν δραματικές σκηνές, συνθέτοντας μπαλέτα σε αυστηρά γεωμετρημένους χώρους.

Το 1963 έγινε μέλος της Λεγώνας της τιμής.

Μοιραστείτε: