Γιος του ζωγράφου και γλύπτη Παύλου Προσαλέντη του πρεσβύτερου και πατέρας των ζωγράφων Αιμίλιου και Παύλου Προσαλέντη του νεώτερου. Πήρε τα πρώτα μαθήματα ζωγραφικής στην καλλιτεχνική σχολή που είχε ιδρύσει και διηύθυνε ο πατέρας του στην Κέρκυρα και ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Βενετίας, αποφοιτώντας με το πρώτο βραβείο. Μετά από ένα αρκετά μεγάλο διάστημα παραμονής στη Βενετία επέστρεψε στην Κέρκυρα, ενώ το 1865 διορίστηκε καθηγητής της ζωγραφικής στο Σχολείον των Τεχνών και εγκαταστάθηκε στην Αθήνα. Μετά από ένα σύντομο διάστημα διδασκαλίας παραιτήθηκε και επέστρεψε στη Βενετία, όπου βραβεύτηκε στη Διεθνή Έκθεση της πόλης. Το 1870, με προτροπή του βασιλιά Γεωργίου Α΄, εγκαταστάθηκε οριστικά στην Αθήνα και ανέλαβε τη διακόσμηση του παρεκκλησίου των παλαιών ανακτόρων, ενώ το 1876, με τη σύσταση δεύτερης έδρας ζωγραφικής στο Σχολείο των Τεχνών, διορίστηκε και πάλι καθηγητής, παραμένοντας στη θέση αυτή ως το θάνατό του.
Κυρίως προσωπογράφος, ασχολήθηκε σε πιο περιορισμένη κλίμακα και με την ηθογραφία. Φιλοτέχνησε τα πορτρέτα διαφόρων προσωπικοτήτων, καθώς και αγωνιστών της Επανάστασης, συνδυάζοντας το ακαδημαϊκό ύφος με τη ρεαλιστική απόδοση, ενώ στις ηθογραφικές του σκηνές είναι εμφανής η επίδραση της ιταλικής του μαθητείας.

Μοιραστείτε: