Σπούδασε στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας (1946-1950) κοντά στον Κωνσταντίνο Παρθένη, τον Ουμβέρτο Αργυρό και τον Ανδρέα Γεωργιάδη. Το 1953, με υποτροφία της ισπανικής κυβέρνησης, πήγε στη Μαδρίτη, όπου, ως το 1956, συνέχισε τις σπουδές του στην εκεί Σχολή Καλών Τεχνών.

Παραμένοντας στην Ισπανία έγινε μέλος των ομάδων “Πάσο” της Μαδρίτης και “Νταλ Αϊ Σετ” της Βαρκελώνης, αναπτύσσοντας παράλληλα σημαντική εκθεσιακή δραστηριότητα. Το 1957 παρουσίασε ατομική έκθεση στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης της Μαδρίτης, την οποία ακολούθησε πλήθος ατομικών και ομαδικών στην Ευρώπη και την Αμερική, μεταξύ των οποίων οι Μπιενάλε του Σάο Πάολο το 1961 και της Βενετίας το 1964 και το 1966, στις οποίες έλαβε μέρος ως εκπρόσωπος της Ισπανίας. Παράλληλα παρουσίαζε το έργο του σε ατομικές εκθέσεις στην Ελλάδα. Το 1958 τιμήθηκε με το Εθνικό Βραβείο της Σχολής Γραφικών Τεχνών της Ισπανίας και το 1961 με το πρώτο βραβείο της Ένωσης Ισπανών Κριτικών Τέχνης και με το ασημένιο μετάλλιο στην “Έκθεση για το Διεθνές Βραβείο Αφηρημένης Τέχνης” στη Λωζάννη.

Στο έργο του, που συνδυάζει μνήμες της αρχαίας ελληνικής τέχνης και στοιχεία της μεγάλης ισπανικής ζωγραφικής και κινείται κυρίως στο χώρο του αφηρημένου εξπρεσιονισμού, εκτός από τα παραδοσιακά υλικά χρησιμοποίησε επίσης ξύλο, χαρτί, ύφασμα και ένθετα στοιχεία, ολοκληρώνοντας το αποτέλεσμα με χειρονομιακές επεμβάσεις στην επιφάνεια. Για ένα διάστημα εγκατέλειψε την αφηρημένη ζωγραφική και στράφηκε στη στρατευμένη τέχνη υιοθετώντας τη φωτογραφική απεικόνιση, ενώ στην τελευταία φάση της δουλειάς του πειραματίστηκε με συνθέσεις ορατές και από τις δύο πλευρές.

Μοιραστείτε: