Ο Άντριαν βαν ντερ Βερφ σπούδασε ζωγραφική πλάι στους Κορνέλις Πικολέ (Cornelis Picolet) και Έγκλον βαν ντερ Νέερ (Eglon van der Neer). Εγκατεστημένος στο Ρόττερνταμ, επιδόθηκε κυρίως στην προσωπογραφία, στη ζωγραφική ηθογραφικών σκηνών και βιβλικών θεμάτων. Το 1697 διορίστηκε ζωγράφος στην αυλή του Ντύσσελντορφ, όπου επίσης χρήστηκε ιππότης. Το ενδιαφέρον του για την ηθογραφική ζωγραφική αργότερα αντικαταστάθηκε από την ενασχόλησή του με την ιστορική ζωγραφική. Χαρακτηριστικό πολλών έργων του ήταν η προσοχή στην απόδοση των λεπτομερειών, το λεπτότατο φινίρισμα, η έντονη ψευδαισθητική παρουσία του απεικονιζόμενου αντικειμένου. Το χαρακτηριστικό αυτό της ζωγραφικής του βρήκε ανταπόκριση στους θεωρητικούς της τέχνης της εποχής, αλλά και στο αγοραστικό κοινό, το οποίο αγόραζε τα έργα του σε εξαιρετικά υψηλές τιμές.

Γιος και μαθητής του ζωγράφου-ακουαρελίστα Φίλιπ Βινκμπόουνς (Philippe Vinckboons) (;-1601). Μετά την κατάληψη της Αμβέρσας από τους Ισπανούς, το 1586 και τις διώξεις που υπέστησαν οι προτεστάντες, εγκαταστάθηκε μαζί με την οικογένεια του στο Άμστερνταμ.

Ακολουθώντας την παράδοση της γενέτειράς του, της Φλάνδρας, ασχολήθηκε με την ηθογραφία εισάγοντας στη Ολλανδία σκηνές όπως γιορτές χωρικών, της καθημερινής ζωή τους, ακόμα και τις σχέσεις τους με τους ισπανούς στρατιώτες. Φιλοτέχνησε επίσης ιστορικά και θρησκευτικά έργα ενώ άφησε πάρα πολλά σχέδια, τα περισσότερα από τα οποία αναπαράχθηκαν σε χαρακτικά.

Πολύ αγαπητοί υπήρξαν οι πίνακες του που απεικονίζουν ομάδες ατόμων που διασκεδάζουν τρώγοντας, πίνοντας και φλερτάροντας σε εξοχικά τοπία, θέμα που επηρέασε αρκετούς ολλανδούς ζωγράφους κατά τις πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα.

Γεννήθηκε στη Γερμανία και πέθανε στην Αγγλία. Είχε ιδιαίτερη επιτυχημένη καριέρα στην αγγλική αυλή.