Εισαγωγή
Οι πολυάριθμοι επισκέπτες της νέας ανακαινισμένης, σύγχρονης Εθνικής Πινακοθήκης-Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου -ήδη έχουν ξεπεράσει τους 130.000 τους έξι πρώτους μήνες της λειτουργίας της- έχουν την ευκαιρία να απολαύσουν, εκτός από τη νέα παρουσίαση των μονίμων συλλογών, μια μοναδική έκθεση: «Αναζητώντας την αθανασία. Η τέχνη του πορτρέτου στις συλλογές του Λούβρου» εικονογραφεί, μέσα από εκατό σπάνια έργα, την περιπέτεια της αληθινής ανθρώπινης μορφής σε μια περίοδο που καλύπτει τέσσερις χιλιετίες, από τα βασίλεια της Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου έως τα μέσα του 19ου αιώνα.
Αξίζει να σημειώσουμε ότι την ίδια στιγμή που η Εθνική Πινακοθήκη τιμά το Μουσείο του Λούβρου με αυτή την επιβλητική έκθεση, το Λούβρο τιμά την Ελλάδα και την Εθνική Πινακοθήκη με την πολυσήμαντη έκθεση «Παρίσι-Αθήνα, η γέννηση της νεότερης Ελλάδος, 1675-1919», που οργανώθηκε σε συνεργασία με το μουσείο μας και όπου για πρώτη φορά παρουσιάζονται έργα της νεότερης ελληνικής τέχνης από τις συλλογές μας.
Είναι πραγματικά πολύ δύσκολο να επιλέξει κανείς δεκαέξι αριστουργήματα από τα εκατό σημαίνοντα έργα που παρουσιάζονται στην έκθεση της Εθνικής Πινακοθήκης, μια από τις πιο σημαντικές που οργανώθηκαν στο μουσείο μας. Με την έκθεση αυτή εγκαινιάστηκε η επιβλητική αίθουσα περιοδικών εκθέσεων των 2.200 μ2, που φέρει το όνομα του «Ιδρύματος Αντώνιος Κομνηνός», μεγάλου δωρητή της Εθνικής Πινακοθήκης.
Ξενάγηση σε 16 αριστουργήματα της έκθεσης
Δεν υπάρχει τίποτε πιο μοναδικό, τίποτε πιο ιερό από το πρόσωπο του ανθρώπου. Είναι επομένως αυτονόητο ότι η τέχνη του πορτρέτου κατέχει πολύ υψηλή θέση στην ιεραρχία των καλλιτεχνικών ειδών. Η προσωπογραφία γεννήθηκε από την συνείδηση της φθοράς και του θανάτου και από τον ενδιάθετο και ακαταμάχητο πόθο του ανθρώπου για αθανασία.
Η τέχνη της προσωπογραφίας ξεκινάει από τα αρχαία βασίλεια της Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου, όπου παραμένει για χιλιάδες χρόνια σταθερή και αναλλοίωτη, όπως και οι δομές της εξουσίας που εκφράζει και υπηρετεί. Αυτό γίνεται πρόδηλο αν συγκριθεί με την οργανική εξέλιξη που γνωρίζει η προσωπογραφία στην αρχαία Ελλάδα, παρακολουθώντας την εξέλιξη του πολιτεύματος. Έως το τέλος της αρχαϊκής εποχής, ως το τέλος του 6ου αιώνα, οι αρχέτυπες μορφές του κούρου και της κόρης, ακόμη και όταν απεικονίζουν επώνυμους πολίτες, δεν δίνουν έμφαση σε ατομικά χαρακτηριστικά. Μετά τους Μηδικούς πολέμους και τις νίκες των Ελλήνων στον Μαραθώνα, την Σαλαμίνα και τις Πλαταιές (490-479) και κυρίως στο πλαίσιο του νέου πολιτεύματος της Δημοκρατίας, εμφανίζονται οι πρώτες προσωπογραφίες. Είναι οι πρώτοι ελεύθεροι πολίτες. Αλλά δικαίωμα στην εικόνα τους έχουν μόνο οι επιφανείς άνδρες, αυτοί που διακρίθηκαν στην πολιτική, στην υπεράσπιση της πατρίδας, στα γράμματα και στις τέχνες. Η μορφή τους, αποτυπωμένη στο μάρμαρο, στον χαλκό ή σε μια ζωγραφική επιφάνεια, καλείται να λειτουργήσει ως παράδειγμα, ως παιδευτικός θεσμός της Δημοκρατίας. Δεν είναι τυχαίο ότι το πρώτο μνημείο που παραγγέλλει η νεαρή αθηναϊκή δημοκρατία στους γλύπτες Κριτίο και Νησιώτη το 477 π.Χ., αμέσως μετά το τέλος των περσικών πολέμων, είναι το Σύνταγμα των Τυραννοκτόνων, τα αγάλματα του Αρμόδιου και Αριστογείτονα, που είχαν φονεύσει τον Ιππία, γιο του Πεισίστρατου. Το ξακουστό χάλκινο σύνολο είναι γνωστό μόνο από ρωμαϊκά αντίγραφα, που μας βεβαιώνουν, ότι οι μορφές των ηρώων της Δημοκρατίας δεν ήταν ρεαλιστικές αλλά εξιδανικευμένες. Ιδανικές ήταν και οι προτομές ή οι ανδριάντες των στρατηγών, των πολιτικών, των ιστορικών, των τραγικών ποιητών, των ρητόρων, που γνωρίζουμε δυστυχώς μόνο από ρωμαϊκά αντίγραφα.
Επίλογος
Ο Ενγκρ και ο Ντελακρουά (Eugène Delacroix, 1798–1863) εκπροσωπούν τα δυο μεγάλα και αντίπαλα καλλιτεχνικά ρεύματα, που κυριαρχούν στην γαλλική καλλιτεχνική σκηνή το πρώτο μισό του 19ου αιώνα: τον Νεοκλασικισμό και τον Ρομαντισμό, Ο Ντελακρουά πεθαίνει το 1863, τη χρονιά του «Σαλόν των απορριφθέντων», που σηματοδοτεί την εμφάνιση των πρώτων ιμπρεσιονιστικών αναζητήσεων και την «αισθητική απόσταση», που χώριζε το καλλιτεχνικό κατεστημένο αλλά και το φιλότεχνο κοινό από τις πρώτες μοντερνιστικές αναζητήσεις. Το αγγελτήριο του θανάτου του μεγάλου ρομαντικού τον αποκαλεί «ζωγράφο ιστορίας», δηλαδή καλλιτέχνη που φιλοτέχνησε κυρίως πίνακες με ιστορικά και μυθολογικά θέματα. Είναι ίσως η τελευταία φορά που χρησιμοποιείται, και μάλιστα τιμητικά, αυτός ο όρος. Οι ιμπρεσιονιστές και οι μοντέρνοι καλλιτέχνες θα εξακολουθήσουν να ζωγραφίζουν πορτρέτα, αλλά εδώ ισχύει αυτό που γράφτηκε για τις προσωπογραφίες του Εντουάρ Μανέ: τα πορτρέτα του Μανέ δεν απεικονίζουν μόνο το μοντέλο, αλλά και τον ίδιο τον ζωγράφο, γιατί το ύφος της γραφής υπερκαλύπτει την ομοιότητα.
Μαρίνα Λαμπράκη Πλάκα
Ομότιμη Καθηγήτρια Ιστορίας της Τέχνης
Διευθύντρια Εθνικής Πινακοθήκης-Μουσείου Αλεξάνδρου Σούτσου
Κύριος χορηγός έκθεσης: CITI BANK
Χορηγός: AEGEAN